27.10.10

Περί Πειραιά δημοσκοπήσεις

Είναι φανερό από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις ότι ο Γιάννης Μίχας φαίνεται να κερδίζει στη δεύτερη Κυριακή το Δήμο του Πειραιά έναντι του Βασίλη Μιχαλολιάκου ή του Πέτρου Μαντούβαλου. Αν επαληθευτούν αυτές οι μετρήσεις, αυτό θα έχει συμβεί για τους εξής λόγους:
  1. Ο Γ. Μίχας είναι ένα καθαρά αυτοδιοικητικό πρόσωπο το οποίο τα τελευταία χρόνια έχει υπηρετήσει το Δήμο από θέση ευθύνης.
  2. Τα χρόνια που δραστηριοποιείται πολιτικά ο Γ. Μίχας, υπήρξε πάντα ένα πρόσωπο το οποίο εμφανιζόταν ότι ασχολείται με τον Πειραιά συνεχώς. (πρόεδρος Εργατικού Κέντρου, Νομάρχης). Έτσι οι πολίτες τον έχουν ταυτισμένο με την δουλειά και τη γνώση που απαιτούν τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο Δήμος. Τον έχουν ταυτίσει με τον Πειραιά.
  3. Η κίνηση του να μην επιθυμεί τη συμμετοχή του απερχόμενου Δημάρχου κ. Φασούλα, έστω και αν εκείνος την αρνείται, φαίνεται ότι πολιτικά θα του βγεί καθώς οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ αλλά και της ΝΔ εκδήλωναν καθαρά τη δυσαρέσκεια τους προς τον κ. Φασούλα λέγοντας ότι δεν έκανε κάτι το σημαντικό για τον Πειραιά καθώς τον άφησε και βρώμικο με τα σκουπίδια να γεμίζουν τους δρόμους.
  4. Η κόντρα των δύο εκ Μάνης προερχόμενων κ.κ. Μιχαλολιάκου και Μαντούβαλου, λειτουργεί διασπαστικά για τον πυρήνα των Νεοδημοκρατών ψηφοφόρων που ούτως ή άλλως είναι αποσυσπειρωμένοι στον Δήμο του Πειραιά.
  5. Ο κ. Μιχαλολιάκος στη συνείδηση του ψηφοφόρου καταγράφηκε ως η λύση της τελευταίας στιγμής από την πλευρά της ΝΔ η οποία άργησε πάρα πολύ να δώσει το επίσημο χρίσμα. Βέβαια υποστηρίζουμε πάντα ότι το κόμμα της αντιπολίτευσης έχει μεγάλη παράδοση στα λάθη και στις χαμένες ευκαιρίες αλλά από ένα σημείο και μετά τα πράγματα δυσκολεύουν...
  6. Ο κ. Μαντούβαλος ανακοίνωσε πολύ νωρίς την πρόθεσή του να κατέβει ως υποψήφιος με αποτέλεσμα να μην μπορέσει να κρατήσει τους ψηφοφόρους σε όλη την προεκλογική περίοδο. Το timing, όπως και σε όλες τις επιλογές μας, στην πολιτική είναι το α και το ω των κινήσεων. Αυτό το έχασε ο κ. Μαντούβαλος, αν και ξεκίνησε πολύ καλά...
Έχουμε ξαναγράψει ότι η Πολιτική Επικοινωνία είναι ένας δύσβατος δρόμος για τον υποψήφιο πολιτικό και οι μαθητευόμενοι μάγοι κάνουν κακό αντί για καλό.

20.10.10

Επίκαιρο άρθρο του καθ. Χρήστου Γιανναρά

Οι επερχόμενες εκλογές τοπικής αυτοδιοίκησης μπορούν και πρέπει να έχουν χαρακτήρα δημοψηφίσματος.
Με την ψήφο τους οι πολίτες να προσδιορίσουν τον τύπο του πολιτεύματος: Θέλουν δημοκρατία ή κομματοκρατία;
Αν θέλουν δημοκρατία, ας περισώσουν αυτή τη φορά με την ψήφο τους τη θεμελιώδη προϋπόθεση της δημοκρατίας: τη διάκριση των εξουσιών. Ξέρουν από άμεση πείρα οι πολίτες ότι τοπική αυτοδιοίκηση υποταγμένη σε κεντρικές κομματικές ντιρεχτίβες σημαίνει την έτοιμη ραχοκοκαλιά κομματικού κράτους. Ξέρουν ότι τα κόμματα στην Ελλάδα δεν έχουν την παραμικρή σχέση με ό,τι προβλέπει για τον ρόλο τους η πολιτική θεωρία της «αντιπροσωπευτικής» δημοκρατίας.
Τα κόμματα σήμερα είναι συντεχνίες επαγγελματιών της εξουσίας, οργανωμένες συσπειρώσεις συμφερόντων.
Στόχος τους είναι η μονοπώληση της εξουσίας, ο ολοκληρωτικός έλεγχος κάθε πτυχής του συλλογικού βίου. Γι’ αυτό και κάθε αντίσταση στην κομματοκρατία είναι κέρδος για τη δημοκρατία, προάσπιση των κοινωνικών προτεραιοτήτων, των αναγκών του πολίτη.
Κάθε υποψήφιος για την τοπική αυτοδιοίκηση που έχει κομματικό χρίσμα επιβεβαιώνει εθελούσια την απαίτηση των κομματικών συντεχνιών να ελέγχουν ολοκληρωτικά τη χώρα, να προηγείται η κομματική σκοπιμότητα των αναγκών κάθε τοπικής κοινωνίας. Οι υποψήφιοι με κομματικό χρίσμα είναι χλεύη της δημοκρατίας, απειλή της δημοκρατίας.
Απαιτούν από τους πολίτες την εθελόδουλη υποταγή στη νοοτροπία του λακέ, του ραγιά: να βάζουν πρώτο το συμφέρον του αφεντικού, τα παιχνίδια εξουσίας αδίστακτων επαγγελματιών, και σε δεύτερη μοίρα τη δική τους αξιοπρέπεια, την ποιότητα της ζωής τους.
Δεν μοιάζει να υπάρχει Ελληνας σήμερα που να μην έχει πεισθεί για την ανικανότητα, την προκλητική ιδιοτέλεια, τη φαυλότητα των υπαρχόντων κομμάτων – η οργή, η αηδία, η πίκρα των πολιτών κατακλύζει τη χώρα. Και στις εκλογές τις αυτοδιοικητικές η έκφραση της αποδοκιμασίας δεν χρειάζεται την (αμφίβολης αποτελεσματικότητας) λευκή ψήφο ή αποχή. Τώρα η απέχθεια έχει γόνιμη διέξοδο: Αποκλείει τους μολυσματικούς κεχρισμένους, εμπιστεύεται τους τίμια ασυμβίβαστους και από σεμνή αξιοσύνη ακομμάτιστους.
Επιτέλους, τι περισσότερο θέλουμε να δούμε για να βγάλουμε τις συνέπειες της κοινής αγανάκτησης για τα κόμματα; Υπερχρέωσαν εφιαλτικά το κράτος εξαγοράζοντας ψήφους με διορισμούς, επιδοτήσεις, χαριστικές «προμήθειες», ασύδοτες παροχές. Καταλήστευσαν το δημόσιο ταμείο και τους πακτωλούς των «πακέτων» της Ε.Ε. για να στήσουν το δικό του κάθε κόμμα πελατειακό κράτος, αστρονομικού κόστους μηχανισμούς επανεκλογής τους.
Διαγούμισαν τα ασφαλιστικά ταμεία, την υποχρεωτική αποταμίευση κάθε βιοπαλαιστή. Εμπορεύτηκαν, με ληστρικές υπερτιμολογήσεις και «λίστες» εξαίρεσης από μειοδοτικούς διαγωνισμούς, ακόμα και ιατρικά είδη, οι αθεόφοβοι. Και πόσα ακόμα εγκλήματα ειδεχθή, με εξασφαλισμένη θεσμικά την ατιμωρησία.
Τελικά οδήγησαν την Ελλάδα στην οικονομική καταστροφή. Και πώς την αντιμετώπισαν; Κατακρεούργησαν μισθούς και συντάξεις, οι μικροεπιχειρήσεις και τα καταστήματα κλείνουν με ρυθμούς πρωτόγνωρους, η ανεργία έγινε κύμα κατακλυσμικό, οι έμμεσοι φόροι απάνθρωπης αδικίας χαράτσι, η νεολαία δίχως παραμικρή προοπτική, σε απόγνωση.
Το ελληνικό (κοινό όλων μας) όνομα το κατάντησαν περίγελο σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Κάθε κυβέρνηση πλαστογραφούσε, όπως οι κοινοί απατεώνες, τα στοιχεία που της ζητούσαν οι Βρυξέλλες και στη συνέχεια, από διεθνή μπαλκόνια, κατάγγελνε το προκάτοχο της εξουσίας κόμμα για ψεύτικα στοιχεία και τεχνάσματα.
Φυσικό ήταν οι δανειστές μας να εκμεταλλευτούν την οικονομική μας χρεοκοπία, τον διεθνή διασυρμό της αξιοπιστίας μας: Εστησαν «Τρόικα» πατρωνείας να τιθασεύσει την κομματική φαυλότητα, να δεσμεύσει τους κομματανθρώπους με τις υπογραφές τους σε «Μνημόνιο».
Χωρίς, όμως, να λογαριάσουν οι πάτρωνες την πανουργία της κομματικής ατσιδοσύνης: Ετσι, η τρίτη γενιά του παπανδρεϊσμού κατάφερε, με άψογη επιδεξιότητα, να φορτώσει στην πιο αδύναμη μερίδα της κοινωνίας τα «σπασμένα» της αφροσύνης των κομμάτων. Μας κρατάνε ομήρους παζαρεύοντας την παράταση της παντοδυναμίας τους.
Στις δημοσκοπήσεις η συντριπτική, σαρωτική πλειοψηφία των πολιτών δηλώνει ότι δεν εμπιστεύεται πια κανένα κόμμα, η γενικευμένη αγανάκτηση και αηδία φτάνει σε ποσοστά απίστευτα. Ομως, μπροστά στην κάλπη ο φόβος της ανασφάλειας γεννάει τον στερεότυπο συμβιβασμό: «δεν έχουμε κάτι καλύτερο να ψηφίσουμε, αυτά τα κόμματα παράγει η κοινωνία μας, αυτά συνιστούν τη δημοκρατία μας». Και συνεχίζουμε «να μεταλλάσσωμεν τυράννους», όπως έλεγε ο Παπαδιαμάντης πριν από 118 χρόνια.
Αλλά ο συλλογισμός «αυτούς έχουμε, αυτούς ψηφίζουμε» είναι τουλάχιστον αφελής και στις αυτοδιοικητικές εκλογές ούτε για τους αφελείς ισχύει. Διότι υπάρχουν υποψήφιοι με κομματικό χρίσμα, υπάρχουν και οι τίμια ακομμάτιστοι. Συνήθως το κομματικό χρίσμα δίνεται σε φανταχτερούς, με εντυπωσιακή «αναγνωρισιμότητα» γόητες του πλήθους (μπασκετμπολίστες, προπονητές, ηθοποιούς τηλεοπτικών «σειρών», πρώην καλλονές, πρόσωπα με θητεία στη δημοσιότητα έστω και παταγωδώς αποτυχημένη).
Ο πολίτης που έχει συνειδητοποιήσει ότι η κομματοκρατία είναι συμφορά για τον ίδιο και για την πατρίδα θα ξέρει να αναγνωρίσει στη «γοητεία» των κεχρισμένων το στίγμα απειλητικής λοιμικής.
Αυτή τη φορά καλούμαστε να ψηφίσουμε διαχειριστές καινούργιων θεσμών αυτοδιοίκησης.
Η κομματοκρατία αποφασίζει για τους θεσμούς ερήμην των πολιτών και για τη διαχείριση των θεσμών μεθοδεύει την υφαρπαγή της ψήφου μας. Η προηγούμενη γενιά του παπανδρεϊσμού, η ανδρεϊκή, επέβαλε τον «Καποδίστρια», η τωρινή, η ανδρεικελική, μας καπελώνει με τον «Καλλικράτη». Και στις δύο περιπτώσεις κίνητρο και κριτήριο δεν ήταν οι ανάγκες, οι ιδιαιτερότητες, οι ιστορικοί εθισμοί της κοινωνίας των Ελλήνων.
Ο τεμαχισμός της χώρας, και τις δύο φορές, σε αυθαίρετα μερίσματα έγινε, αποκλειστικά και ομολογημένα, για να εξυπηρετηθούν ελπιζόμενα προγράμματα οικονομικής ανάπτυξης και ασφυκτικότερος συγκεντρωτικός έλεγχος της χώρας από το εκάστοτε κομματικό κράτος.
Πειθαρχούμε δήθεν στα μοντέλα αυτοδιοίκησης που λανσάρει η Ε.Ε. αποκεντρώνοντας όχι την εξουσία, αλλά την κατακλυσμική διαφθορά και φαυλότητα, πολλαπλασιάζοντας τα ερείσματα της κομματοκρατίας.
Ο Ελληνισμός έζησε τρεις χιλιάδες χρόνια χάρη στο μοντέλο της πόλης – κράτους, της αυτοδιαχειριζόμενης κοινότητας, που ο ίδιος γέννησε – το αποδείχνει ο τεχνοκράτης Κων. Καραβίδας, που πολλοί τιμούν και ελάχιστοι καταλαβαίνουν. Η πόλη «εάλω», η γλώσσα «απέσβετο», η εκκλησία αλλοτριώθηκε σε θρησκεία. Ζούμε το ιστορικό μας τέλος, αλλά όχι ηρωικά. Απλώς παρακολουθούμε, δίχως επίγνωση, την κηδεία μας.

13.10.10

Πολιτική Επικοινωνία...Παλαιάς Κοπής.

Σε λιγότερο από ένα μήνα θα διεξαχθούν οι Δημοτικές & Περιφερειακές εκλογές και είναι πραγματικά λυπηρό να βλέπουμε τους μελλοντικούς μας "μικρούς πρωθυπουργούς" να ακολουθούν το δρόμο μιας πολιτικής επικοινωνίας ξεπερασμένης και τοποθετημένης στο χρονοντούλαπο της προεκλογικής εκστρατείας.
Μια διαδρομή από το σπίτι στην εργασία μας αρκεί για να δούμε πώς οι μελλοντικοί δημοτικοί και περιφερειακοί άρχοντες αντιλαμβάνονται την Πολιτική Επικοινωνία, αλλά και πώς οι κάθε είδους "Σύμβουλοι" προσφέρουν τις υπηρεσίες τους (κακομοίρα επικοινωνία τί τραβάς από τους εγχώριους μαθητευόμενους μάγους...).
Τί συναντούμε λοιπόν στη διαδρομή μας;
Τα έργα καλλωπισμού των φυτών, των δέντρων, των κάδων απορριμμάτων, του λαμπτήρα στον ξεχασμένο από μήνες σβηστό φωτεινό σηματοδότη, της σηματοδότησης (εκ νέου) των δρόμων δίπλα σε σχολεία (οι μαθητές και οι γονείς εξάλλου είναι ο καλύτερος στόχος για τους πολιτικούς) και των δρόμων-που ως δια μαγείας-όλα αυτά γίνονται τώρα.
Τα πανό με τα χαμογελαστά και γεμάτα δράση (...και Photoshop) πρόσωπα να σε κοιτάζουν καθώς κρέμονται σε στύλους της ΔΕΗ, σε μπαλκόνια όπου δίπλα απλώνει τα συμπαθητικά της εσώρουχα η χαρούμενη νοικοκυρά, σε πλατείες όπου παίζουν δύσμοιρα παιδάκια που αν τους φύγει η μπάλα στο δρόμο θα τους πατήσει αυτοκίνητο, και σε άλλα σημεία "προβολής".
Τις βαρύγδουπες φράσεις "μαζί για τον πολίτη", "ήρθε η ώρα για μεγάλα έργα", "τέλος τα λόγια προγραμματίζουμε το αύριο", "ψήφισε ανανέωση, αλλαγή, άρωμα νίκης", που δίνουν και παίρνουν ενώ εμείς μένουμε με το ερώτημα: που ήταν όλοι αυτοί να μας σώσουν;;;
Τις εξαιρετικές κομμώσεις- για χάρη της φωτογράφησης για κάρτα, φυλλάδιο, πανό- των ελπιδοφόρων σωτήρων των πόλεων μας, οι οποίοι/ες με αίσθημα εθνικής υπερηφάνειας & ανάτασης, δηλώνουν έτοιμοι/ες να θυσιάσουν τα πάντα στο βωμό της ανάπτυξης, της προσωπικής δουλειάς και της αξιοκρατίας (!!).
Το κακόγουστο φυλλάδιο το οποίο "σκάει" στο παράθυρο μας ενώ περιμένουμε να ανάψει το φανάρι της Ποσειδώνος και τα νεύρα μας είναι στον Θεό. Η κακογουστιά συμπληρώνεται όταν καταλαβαίνουμε ότι το έχει φτιάξει ο φίλος και υποστηριχτής του προεκλογικού αγώνα με "μηδαμινό" κόστος αφού τα χρώματα της εκτύπωσης ήδη αρχίζουν και ξεθωριάζουν στην τσάντα του "έμπειρου" διανομέα.
Τις πολυπληθείς ομάδες των υποψηφίων αρχόντων που περνάνε με ρυθμό χελώνας το δρόμο για να τους δεις ότι πάνε στα μαγαζιά να ενημερωθούν, να συστηθούν και να δώσουν την υπόσχεσή τους ότι κανένα κατάστημα ή εμπορικό δεν θα κλείσει επί των ημερών τους. Αντίθετα θα επιβαρυνθεί με περισσότερους δημοτικούς φόρους...
Στύλους, πινακίδες, πεζοδρόμια και κάθε είδους δημόσιο χώρο με τις αφίσες που ευαγγελίζονται ότι ο "Γιώργος" (τυχαία η επιλογή του ονόματος) θα οδηγήσει την πόλη στο Αύριο...
Και μέσα σε όλα αυτά χτυπάει και το κινητό με την αδέξια φωνή του φραπεδιάρη νεολαίου που και αυτός προσφέρει "αφιλοκερδώς" τις υπηρεσίες του, να σε προσκαλεί (sic) στην ομιλία του υποψήφιου. Και διερωτάσαι: μα καλά που βρήκαν το κινητό μου;; δεν είναι απόρρητο;; τους το είχα δώσει;; Και να μην το είχες δώσει αυτοί το βρήκαν, είναι η απάντηση.
Και κάπως έτσι συντηρείται η φυλή της Πολιτικής Επικοινωνίας Παλαιάς Κοπής η οποία υποστηρίζει Πολιτικούς έναντι αδρών αμοιβών. Το τραγικό σε όλο αυτό είναι ότι οι Πολιτικοί εμπιστεύονται τυφλά τους Συμβούλους τους και δεν κατανοούν ότι πρακτικές σαν τις παραπάνω είναι εγκληματικές για το προφίλ του υποψηφίου, αλλά και για την τσέπη του καθώς τέτοιες προεκλογικές καμπάνιες κοστίζουν μέχρι και 30.000€.

11.10.10

Πολιτική Επικοινωνία & Πολιτική Διαφήμιση

Στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές του Νοεμβρίου ισχύει ο νέος νόμος Ραγκούση για τις εμφανίσεις των υποψηφίων, ο οποίος όπως και ο νόμος Παυλόπουλου για τις εθνικές εκλογές, εμπεριέχει ρυθμίσεις που περιορίζουν ασφυκτικά την ελευθερία του πολιτικού λόγου, ιδίως όταν αυτός εκφράζεται υπό τη μορφή πολιτικής Διαφήμισης.
Τόσο ο νόμος Παυλόπουλου, ο οποίος αμφισβητείται ήδη στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όσο και ο νόμος Ραγκούση, στηρίζονται σε μια αντίληψη περιορισμού υποτίθεται της «σπατάλης», όμως στην πραγματικότητα και οι δύο νόμοι λειτουργούν υπέρ των κάθε είδους καθεστωτικών υποψηφίων. Το κάνουν αυτό περιορίζοντας τη δυνατότητα των πολιτών να επιλέξουν τους καλύτερους υποψηφίους με τον πιο απλό και εξοργιστικό τρόπο: μη επιτρέποντας στους νέους υποψηφίους να κάνουν γνωστή την ύπαρξή τους στο εκλογικό σώμα.

Οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται για το σκοπό αυτό είναι πολλές. Περιορισμός των ραδιοτηλεοπτικών εμφανίσεων των ίδιων των υποψηφίων, ασφυκτικός περιορισμός της πολιτικής Διαφήμισης και ασφυκτικός περιορισμός των νόμιμων δαπανών που δικαιούται ο κάθε υποψήφιος, έτσι ώστε να μην του αρκούν τα χρήματα που νόμιμα έχει δικαίωμα να χρησιμοποιήσει ούτε καν για να ταχυδρομήσει ένα φυλλάδιο με το βιογραφικό του στους πολίτες που θα αξιολογήσουν την υποψηφιότητά του.
Ποιους ευνοεί η απαράδεκτη αυτή νομοθεσία;
- Ευνοεί κατ' αρχήν τους ήδη γνωστούς και όσους ασκούν κάθε είδους εξουσία. Τα υφιστάμενα στελέχη των κομμάτων, τους δημάρχους και τους νομάρχες που έχουν ήδη ασκήσει εξουσία και αποκτήσει αναγνωρισιμότητα, τους κάθε είδους τηλεαστέρες, από τους τηλεδημοσιογράφους και τους τηλεδικηγόρους, μέχρι τους «κονφερανσιέ» των παιχνιδιών ριάλιτι και τους αθλητές των δημοφιλών αθλημάτων (ποδόσφαιρο, μπάσκετ κ.λπ.).
- Ευνοεί επίσης όσους έχουν την ανοιχτή εύνοια των ισχυρών εθνικών ή τοπικών ΜΜΕ, δηλαδή τους εξαρτημένους από τη λεγόμενη διαπλοκή, αφού τα ΜΜΕ μπορούν να αναδείξουν θέματα και ειδήσεις, αναφερόμενα στον κάθε υποψήφιο, χωρίς αυτό να περιλαμβάνεται στις ασφυκτικά περιορισμένες  αριθμητικά εμφανίσεις του.
- Ευνοεί τέλος, αυτούς που διαθέτουν μαύρο χρήμα και έχουν τη βούληση και την ικανότητα να το διακινήσουν, αγοράζοντας εν κρυπτώ θετική δημοσιότητα για τους εαυτούς τους και αρνητική για τους αντιπάλους τους.

Πρόκειται ουσιαστικά για μια νομοθεσία η οποία έχει ως βασικό της αποτέλεσμα των περιορισμό των πολιτικών ελευθεριών στη χώρα, στο όνομα μιας κενής περιεχομένου και αμφιβόλου ειλικρίνειας ηθικολογίας, που καταλήγει να περιορίζει ασφυκτικά τις πιθανότητες όποιων δεν έχουν θητεύσει σε κομματικούς ή μιντιακούς μηχανισμούς, αλλά θα μπορούσαν να υπηρετήσουν τον τόπο τους γιατί είναι έντιμοι, πετυχημένοι στη δουλειά τους και ικανοί. Μια νομοθεσία η οποία έρχεται μετά από μια τεράστια αποτυχία της υφιστάμενης «ελίτ» (πολιτικής, οικονομικής, επικοινωνιακής κ.λπ.),της ελληνικής κοινωνίας, που κατέληξε στην ουσιαστική χρεοκοπία και διαπόμπευση της χώρας και έχει ως στόχο τη διατήρηση αυτής της «ελίτ» στην εξουσία.

Είναι προφανές ότι υπάρχουν πολλές άλλες λύσεις εκτός του περιορισμού της πολιτικής ελευθερίας (και της πολιτικής Διαφήμισης, που αποτελεί μέρος της ελευθερίας της έκφρασης σε όλες τις σύγχρονες δημοκρατίες), για την επίτευξη του στόχου της μικρότερης σπατάλης ή των καθαρότερων  (από όλες τις απόψεις) πολιτικά εκστρατειών. Λύσεις που δεν συνεπάγονται τον περιορισμό της ελευθερίας αλλά την καλύτερη ποιότητα της δημοκρατίας. Η συστηματική παρουσίαση των προγραμμάτων και θέσεων των υποψηφίων στα δημόσια και ιδιωτικά ραδιοτηλεοπτικά Μέσα, ως κοινωνική υποχρέωση των Μέσων, με παράλληλες θεματικές συζητήσεις μεταξύ των υποψηφίων, είναι η πιο απλή από αυτές τις λύσεις, με διάθεση όμως του δεκαπλάσιου τηλεοπτικού χρόνου από αυτόν που σήμερα διατίθεται. Γιατί η δημοκρατία έχει και κάποιο κόστος χρόνου για τους ίδιους τους πολίτες, αν θέλουμε να έχουμε σοβαρές επιλογές.

Από εκεί και πέρα θα έπρεπε να υπάρχει κατ' ελάχιστον η δυνατότητα οι υποψήφιοι και οι συνδυασμοί να μπορούν να ξοδέψουν χρήματα -που έχουν με διαφάνεια συγκεντρώσει- τα οποία τους επιτρέπουν να παρουσιάσουν σε έντυπη μορφή το βιογραφικό τους και τις πολιτικές και προγραμματικές τους θέσεις σε όλους τους ψηφοφόρους της περιφέρειας στην οποία απευθύνονται. Πρόκειται για αυτονόητα δικαιώματα που αποτελούν τον πυρήνα του δημοκρατικού πολιτεύματος και τα οποία δυστυχώς σήμερα, καταπατώνται βάναυσα από την εκλογική νομοθεσία.