Η γενιά μας ζει δραματικές και παράλληλα ιστορικές στιγμές. Ολοένα και πυκνώνουν οι φωνές που μιλάνε για οικονομική κατοχή και για παράδοση της χώρας στους «δανειστές- κατακτητές» που πλέον φορούν άλλη στολή και έχουν άλλο λόγο, οικονομικό.
Πολλές φορές, όσοι ασχολούμαστε με τις επιχειρήσεις και τις υπηρεσίες αποφεύγουμε να πάρουμε θέση απέναντι σε ότι συμβαίνει. Ειδικά οι πολιτικοί αναλυτές κρατάμε μια στάση κάπως απομακρυσμένη από τις θέσεις, τις απόψεις και τις κριτικές προσώπων. Δεν ανήκω σε αυτήν την κατηγορία. Δεν θέλω να ανήκω σε όσους μιλούν καλυμμένα υπό το φόβο της επαγγελματικής τους περιθωριοποίησης ή της οικονομικής τους εξάρτησης. Εξάλλου μέσα από αυτό το Blog, επέλεξα να γράφω επώνυμα και με το τηλέφωνο μου να αναγράφεται ευδιάκριτο. Επίσης, από το 2006 επέλεξα να δραστηριοποιούμαι στο ελεύθερο επάγγελμα με ότι αυτό συνεπάγεται . Αλλά το κυριότερο που επέλεξα να κάνω είναι να έχω την ελευθερία της γνώμης μου.
Γιατί τα γράφω αυτά;
Όπως θα βλέπετε στην εικόνα που συνοδεύει το σημερινό κείμενο, βρήκα στη γραμματοθυρίδα μου αυτό το prospectus και έμεινα να το κοιτάζω αποσβολωμένος. Όχι γιατί δεν έχω ανάγκη τα άμεσα μετρητά, ποιός δεν τα έχει ανάγκη! Αλλά γιατί, οι περίφημοι «έμποροι υλικών αγαθών» τον καιρό του πολέμου όπου πήγαινες για να δώσεις τα τιμαλφή σου και να πάρεις ένα κομμάτι μαγιά και λίγο λάδι, πλέον σε βρίσκουν στο σπίτι σου. Και ευτυχώς που ονομάζονται «Ένωση Εντίμων Ενεχυροδανειστών». Φανταστείτε δηλαδή να μην ήταν έντιμοι αλλά Άτιμοι, τί θα γινόταν.
Δεν κατηγορώ την επαγγελματική κατηγορία των ενεχυροδανειστών, αλλά κατηγορώ όσους μας έφτασαν ως εδώ. Όσους έκαναν την Ελλάδα μικρότερη, φτωχότερη και να τρέχει στα ενεχυροδανειστήρια. Βέβαια όσο προλαβαίνει να τρέξει ακόμα, γιατί τα χρυσαφικά και τα ασημικά της οικογένειας τελειώνουν. Ειδικά τώρα με το κούρεμα του Χρέους, θα εξαφανιστούν και αυτά.
Έχετε παρατηρήσει πως τα περισσότερα ενεχυροδανειστήρια από εκεί που βρίσκονταν «κρυμμένα» σε στοές και στους τελευταίους ορόφους των μεγάλων κτηρίων της Αθήνας και του Πειραιά, τώρα κατέβηκαν σε ισόγεια μαγαζιά, γωνιακά, «ντυμένα» από πάνω μέχρι κάτω με διαφήμιση; Και η διαφήμιση να είναι πάντα στο κίτρινο, το χρώμα του χρυσού και να υπόσχεται άμεσα μετρητά;
Οι άνθρωποι τη δουλειά τους κάνουν και πολύ καλά (εκτός της διαφημιστικής τους καμπάνιας η οποία είναι άθλια) και μπράβο τους. Είναι ένα από τα επαγγέλματα που η κρίση δεν έχει πιάσει ακόμα. Εξάλλου η αξία του χρυσού είναι σταθερή.
Αυτό όμως που δεν είναι σταθερό είναι το πολιτικό δυναμικό της Χώρας. Γι αυτό το δυναμικό γράφω καιρό τώρα. Αλλά τώρα θα τους δώσω έναν ακόμα χαρακτηρισμό: “διακορευμένες παρθένες”. Έτσι λειτουργούν, έτσι εμφανίζονται, έτσι θα πολιτευθούν στις επερχόμενες εκλογές. Και εμείς ως ψηφοφόροι τί θα κάνουμε; Δεν ξέρω να σας πω. Αυτό που θέλω να δω, από την πλευρά της πολιτικής ανάλυσης, είναι το ποσοστό του δικομματισμού και της αποχής. Θέλω πραγματικά να δω πώς θα επιδράσει στους συγκεκριμένους δείκτες η πορεία των κομμάτων από τις εκλογές του 2009 έως τώρα. Τότε θα σας πω αν τελικά αλλάζουμε ή όχι. Τώρα ότι και να πούμε είναι απλά υπόθεση.
Το μυαλό μου γυρνά πίσω στα μαθητικά χρόνια και στις παρελάσεις μας στην κεντρική λεωφόρο του Πειραιά. Εποχές ανέμελες. Σε λίγες ημέρες η νέα γενιά θα παρελάσει. Για ποιόν θα παρελάσει; Για ποιά ιδανικά; Για ποιά χώρα; Μάλλον για τη χώρα που ήδη έχει βάλει τη γενιά σε βαλίτσες και την αποχαιρετά σε αεροδρόμια και λιμάνια. Για τη χώρα που καθημερινά παραδίδεται από ανίκανους κυβερνώντες στα χέρια των δανειστών και των διεθνών και εγχώριων τοκογλύφων. Για τη χώρα που καθημερινά βυθίζεται στην ανυπαρξία, στη θλίψη, στην περιθωριοποίηση, στην απραξία, στην αδράνεια. Για τη χώρα του «μαζί τα φάγαμε», του «λεφτά υπάρχουν», του «η Ελλάδα μπορεί», του «ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε». Για τη χώρα που δυστυχώς δεν υπάρχει ένας Νέστορ Κίρσνερ, να την οδηγήσει σε νέους δρόμους.
«Δεν θέλει πολλά ο άνθρωπος, λίγο ελεύθερο χρόνο να βγάλει έναν αναστεναγμό, να ταξιδέψουν τα μάτια του στον ουρανό», γράφει η Αμαλία Μουτούση.
«Δεν θέλει πολλά η Ελλάδα, λίγο ελεύθερο αέρα να αναπνεύσει, να ονειρευτεί ξανά και να μεγαλουργήσει όπως παλιά», λέμε εμείς και ελπίζουμε.