Παρέμβαση του κ. Μιχάλη Χρυσοχοίδη
Οι νεότεροι ίσως δεν γνωρίζουν, αλλά τη δεκαετία του ΄70 ακουγόταν παράταιρο αν κάποιος δήλωνε «κεντροαριστερός» και ταυτόχρονα τασσόταν υπέρ της ένταξης της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ.
Το ίδιο περίεργο και αντιφατικό μοιάζει σήμερα σε μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας να αυτοπροσδιορίζεται κάποιος ως «κεντροαριστερός» την ίδια στιγμή που υπερασπίζεται την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, μέσα από την δίκαιη εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής. Και τότε και σήμερα, προσωπικότητες και πολιτικοί σχηματισμοί φάνταζαν «αιρετικοί» απέναντι στην δεσπόζουσα «ορθοδοξία».
Η κυρίαρχη αντίληψη, όμως, είναι αυτή που τελικά καθορίζει και την πολιτική γεωγραφία σε κάθε ιστορική συγκυρία. Και αυτή τη διαμορφώνουν τα μεγάλα εθνικά, κοινωνικά και πολιτικά γεγονότα που λειτουργούν ως καταλύτες προξενώντας τεκτονικές αλλαγές στο πολιτικό σύστημα.
Είναι τότε που οι διαχωριστικές γραμμές του χτες πέφτουν ή επανακαθορίζονται μπροστά στην επιτακτική ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι σύγχρονες προκλήσεις.
Οι πολιτικές δυνάμεις που δεν το αντιλαμβάνονται ή δεν μπορούν να ανταποκριθούν έχουν σίγουρο προορισμό το «νεκροταφείο» της Ιστορίας, ακόμα και αν ήταν κυρίαρχες μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Το παράδειγμα της Ένωσης Κέντρου είναι χαρακτηριστικό. Στον αντίποδα βρέθηκαν το ΠΑΣΟΚ, αλλά σε κάποιο βαθμό και η Ν.Δ. που διεύρυνε τότε τα όρια της παραδοσιακής δεξιάς προς το κέντρο. Περίπου 40 χρόνια μετά, το ιστορικό γεγονός της κρίσης χρέους παράγει τέτοιου μεγέθους ανατροπές.
Ας τολμήσουμε μερικές παραδοχές για τη σημερινή πραγματικότητα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή φαίνεται να παγιώνει τη θέση του ως κυρίαρχη πολιτική δύναμη στο χώρο της «κεντροαριστεράς». Πολλοί το αμφισβητούν. Τι σχέση έχει ο ΣΥΡΙΖΑ με την Κεντροαριστερά;
Δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ ένα λαϊκιστικό κόμμα; Σαφώς και είναι.
Αυτή η άποψη, όμως, δεν αναιρεί τη θέση ότι σε μεγάλο μέρος της κοινωνίας καταγράφεται ως η νέα «κεντροαριστερά». Ας μην συγχέεται όμως με το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ’70, που παρά τα λαϊκιστικά χαρακτηριστικά του, ανταποκρινόταν σε ιστορικά αιτήματα του ελληνικού λαού. Οι κοινωνικές ανάγκες, τα πολιτικά δεδομένα και τα διακυβεύματα πριν 30 χρόνια ήταν τελείως διαφορετικά με τα σημερινά.
Σήμερα, το δημόσιο συμφέρον δεν έχει καμία σχέση με τον κρατισμό και την ανάπτυξη με δανεικά. Δεν υπάρχει πια κανένα περιθώριο για αυταπάτες ούτε για την διαιώνιση του πελατειακού κράτους με άλλο όνομα.
Απέναντι σ’ αυτό το φαινόμενο, υπάρχουν πολιτικές διεργασίες για την ανασύσταση του χώρου της «κεντροαριστεράς» ή της «σοσιαλδημοκρατίας», εντός και εκτός ΠΑΣΟΚ. Αναμφίβολα, είναι γόνιμες και δημιουργικές. Ωστόσο, στο βαθμό που αποδέχονται τις βασικές δεσμεύσεις της χώρας για την παραμονή στην ευρωζώνη, αποτελούν περισσότερο, στη σημερινή συγκυρία, ένα κομμάτι της ευρύτερης πολιτικής και κοινωνικής συμμαχίας των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων.
Δεν υπάρχει η πολυτέλεια, πολύ περισσότερο δεν αποτελεί καν ένα μαζικό κοινωνικό ζητούμενο, η δημιουργία ενός ή περισσοτέρων νέων «ΚΟΔΗΣΟ».
Παράλληλα, ραγδαίες αλλαγές συμβαίνουν και στον ευρύτερο χώρο της Κεντροδεξιάς. Η γέννηση ενός ισχυρού λαϊκιστικού μπλοκ μέσα από τα σπλάχνα της, καθώς και οι επιμέρους διαφοροποιήσεις εντός της Ν.Δ, το καταδεικνύουν. Και βέβαια, πάνω από το νέο πολιτικό τοπίο πλανάται πλέον το φάντασμα του φασισμού της Χ.Α.
Στο πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται, αναδύεται όλο και πιο επιτακτικά η ανάγκη για τη δημιουργία ενός συνεκτικού, δημοκρατικού και ευρωπαϊκού μετώπου απέναντι στο λαϊκισμό που υπονομεύει την εθνική προσπάθεια και τον φανατισμό των άκρων που απειλεί τη Δημοκρατία.
Το διακύβευμα για τη χώρα είναι ένα. Η διασφάλιση της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας στο πλαίσιο μίας ευρείας και κοινωνικά δίκαιης οικονομικής ανασυγκρότησης και η επαναθέσμιση της ελληνικής πολιτείας στο πρότυπο ενός σύγχρονου Κράτους Δικαίου.
Μόνο έτσι θα υπερασπιστούμε τη Δημοκρατία και θα στείλουμε ξανά στο περιθώριο τον φασισμό και των φανατισμό των άκρων.
Αυτά θα επιτευχθούν μόνο υπό μία προϋπόθεση, μία ιστορική κατάκτηση: την πολιτική και κοινωνική ενότητα όλων των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων.