30.10.12

Δημοκρατικό μέτωπο ή οπισθοδρόμηση.


Παρέμβαση του κ. Μιχάλη Χρυσοχοίδη











Οι νεότεροι ίσως δεν γνωρίζουν, αλλά τη δεκαετία του ΄70 ακουγόταν παράταιρο αν κάποιος δήλωνε «κεντροαριστερός» και ταυτόχρονα τασσόταν υπέρ της ένταξης της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ.

Το ίδιο περίεργο και αντιφατικό μοιάζει σήμερα σε μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας να αυτοπροσδιορίζεται κάποιος ως «κεντροαριστερός» την ίδια στιγμή που υπερασπίζεται την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, μέσα από την δίκαιη εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής. Και τότε και σήμερα, προσωπικότητες και πολιτικοί σχηματισμοί φάνταζαν «αιρετικοί» απέναντι στην δεσπόζουσα «ορθοδοξία».


Η κυρίαρχη αντίληψη, όμως, είναι αυτή που τελικά καθορίζει και την πολιτική γεωγραφία σε κάθε ιστορική συγκυρία. Και αυτή τη διαμορφώνουν τα μεγάλα εθνικά, κοινωνικά και πολιτικά γεγονότα που λειτουργούν ως καταλύτες προξενώντας τεκτονικές αλλαγές στο πολιτικό σύστημα.

Είναι τότε που οι διαχωριστικές γραμμές του χτες πέφτουν ή επανακαθορίζονται μπροστά στην επιτακτική ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι σύγχρονες προκλήσεις.
Οι πολιτικές δυνάμεις που δεν το αντιλαμβάνονται ή δεν μπορούν να ανταποκριθούν έχουν σίγουρο προορισμό το «νεκροταφείο» της Ιστορίας, ακόμα και αν ήταν κυρίαρχες μέχρι εκείνη τη στιγμή.

 Το παράδειγμα της Ένωσης Κέντρου είναι χαρακτηριστικό. Στον αντίποδα βρέθηκαν το ΠΑΣΟΚ, αλλά σε κάποιο βαθμό και η Ν.Δ. που διεύρυνε τότε τα όρια της παραδοσιακής δεξιάς προς το κέντρο.  Περίπου 40 χρόνια μετά, το ιστορικό γεγονός της κρίσης χρέους παράγει τέτοιου μεγέθους ανατροπές. 

Ας τολμήσουμε μερικές παραδοχές για τη σημερινή πραγματικότητα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή φαίνεται να παγιώνει τη θέση του ως κυρίαρχη πολιτική δύναμη στο χώρο της «κεντροαριστεράς». Πολλοί το αμφισβητούν. Τι σχέση έχει ο ΣΥΡΙΖΑ με την Κεντροαριστερά;
Δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ ένα λαϊκιστικό κόμμα; Σαφώς και είναι. 

Αυτή η άποψη, όμως, δεν αναιρεί τη θέση ότι σε μεγάλο μέρος της κοινωνίας καταγράφεται ως η νέα «κεντροαριστερά». Ας μην συγχέεται όμως με το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ’70, που παρά τα λαϊκιστικά χαρακτηριστικά του, ανταποκρινόταν σε ιστορικά αιτήματα του ελληνικού λαού. Οι κοινωνικές ανάγκες, τα πολιτικά δεδομένα και τα διακυβεύματα πριν 30 χρόνια ήταν τελείως διαφορετικά με τα σημερινά.

Σήμερα, το δημόσιο συμφέρον δεν έχει καμία σχέση με τον κρατισμό και την ανάπτυξη με δανεικά. Δεν υπάρχει πια κανένα περιθώριο για αυταπάτες ούτε για την διαιώνιση του πελατειακού κράτους με άλλο όνομα.

Απέναντι σ’ αυτό το φαινόμενο, υπάρχουν πολιτικές διεργασίες για την ανασύσταση του χώρου της «κεντροαριστεράς» ή της «σοσιαλδημοκρατίας», εντός και εκτός ΠΑΣΟΚ. Αναμφίβολα, είναι γόνιμες και δημιουργικές. Ωστόσο, στο βαθμό που αποδέχονται τις βασικές δεσμεύσεις της χώρας για την παραμονή στην ευρωζώνη, αποτελούν περισσότερο, στη σημερινή συγκυρία, ένα κομμάτι της ευρύτερης πολιτικής και κοινωνικής συμμαχίας των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων.

Δεν υπάρχει η πολυτέλεια, πολύ περισσότερο δεν αποτελεί καν ένα μαζικό κοινωνικό ζητούμενο, η δημιουργία ενός ή περισσοτέρων νέων «ΚΟΔΗΣΟ».

Παράλληλα, ραγδαίες αλλαγές συμβαίνουν και στον ευρύτερο χώρο της Κεντροδεξιάς. Η γέννηση ενός ισχυρού λαϊκιστικού μπλοκ μέσα από τα σπλάχνα της, καθώς και οι επιμέρους διαφοροποιήσεις εντός της Ν.Δ, το καταδεικνύουν. Και βέβαια, πάνω από το νέο πολιτικό τοπίο πλανάται πλέον το φάντασμα του φασισμού της Χ.Α. 

Στο πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται, αναδύεται όλο και πιο επιτακτικά η ανάγκη για τη δημιουργία ενός συνεκτικού, δημοκρατικού και ευρωπαϊκού μετώπου απέναντι στο λαϊκισμό που υπονομεύει την εθνική προσπάθεια και τον φανατισμό των άκρων που απειλεί τη Δημοκρατία. 
Το διακύβευμα για τη χώρα είναι ένα. Η διασφάλιση της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας στο πλαίσιο μίας ευρείας και κοινωνικά δίκαιης οικονομικής ανασυγκρότησης και η επαναθέσμιση της ελληνικής πολιτείας στο πρότυπο ενός σύγχρονου Κράτους Δικαίου.

Μόνο έτσι θα υπερασπιστούμε τη Δημοκρατία και θα στείλουμε ξανά στο περιθώριο τον φασισμό και των φανατισμό των άκρων. 

Αυτά θα επιτευχθούν μόνο υπό μία προϋπόθεση, μία ιστορική κατάκτηση: την πολιτική και κοινωνική ενότητα όλων των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων.

Τα ορφανά του Σοσιαλισμού.

Το να λέει κανείς στην κοινωνία ότι εκπροσωπεί το ΠΑΣΟΚ είναι σαν να δηλώνει ζηλωτής χριστιανός σε συνάθροιση φανατικών μουσουλμάνων. Αυτό από μόνο του δημιουργεί ένα κενό στην πολιτική ζωή. Ένα κενό που σπεύδουν να το καλύψουν ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΔΗΜΑΡ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ πιο κοντά στην γραμμή του τερματισμού. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ένα μεγάλο κομμάτι του παλαιοκομματικού ΠΑΣΟΚ έσπευσε να ενταχθεί στο ΣΥΡΙΖΑ. Το ένστικτο των μπαρουτοκαπνισμένων συνδικαλιστών και λοιπών αγωνιστών των άλλοτε κραταιών κλαδικών και τοπικών οργανώσεων του Κινήματος είναι σχεδόν αλάνθαστο.

Ιστορικά το κόμμα του κ. Τσίπρα ίσως κληθεί να διαδραματίσει τον ρόλο που παίζει η  ασφάλεια της χύτρας, η οποία θα πρέπει να ανοιχτεί για να βγει από το σκεύος ο πολύς ατμός. Κάτι που στο παρελθόν έκανε και το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου. Αυτό είναι ένα κοινό χαρακτηριστικό που έλκει πολλούς πρώην οπαδούς του Ανδρέα Παπανδρέου στις γραμμές του κ. Τσίπρα.

Ωστόσο, ο Αλέξης  Τσίπρας δεν είναι Ανδρέας Παπανδρέου. Ούτε και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει στελεχιακό δυναμικό ανάλογο με εκείνο που διέθετε το ΠΑΣΟΚ. Θα πει κάποιος ότι κι οι πολιτικοί του αντίπαλοι δεν διαθέτουν αντίστοιχα τα κορυφαία στελέχη που διέθεταν τα μεγάλα κόμματα του παρελθόντος. Είναι κι αυτό ένα από τα συμπτώματα της εποχής μας.

Η ΔΗΜΑΡ, από την άλλη, εκφράζει αυτό που θα λέγαμε ευρωπαϊκό τμήμα της αριστεράς. Είναι σαφές ότι για να μπορέσει ένας αριστερός να διεκδικήσει την εξουσία σε μία ευρωπαϊκή Ελλάδα θα πρέπει κι ο ίδιος να είναι ευρωπαϊστής. Σε διαφορετική περίπτωση η πρακτική του θα οδηγήσει την χώρα με μαθηματική ακρίβεια στο περιθώριο της Ευρώπης. Ή προσαρμόζεται στα ευρωπαϊκά ιδεώδη ή βάζει την χώρα σε περιπέτειες. Η ΔΗΜΑΡ του κ. Κουβέλη έσπευσε, λοιπόν, να εκφράσει πρώτη  την ευρωπαϊκή αριστερά. Κι όλα πήγαιναν καλά, μέχρι την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε μία εμφανή στροφή προς πιο ήπιες και πιο φιλοευρωπαϊκές θέσεις. Με άλλα λόγια, η ΔΗΜΑΡ έχασε με την δεξιά στροφή του ΣΥΡΙΖΑ αρκετούς πόντους στο πολιτικό χρηματιστήριο του αριστερού ακροατηρίου.

Αν η πολιτική είναι κι αυτή ένα προϊόν, εκείνο του ΣΥΡΙΖΑ είναι εμφανώς πιο ελκυστικό από της ΔΗΜΑΡ. Στις παρούσες συνθήκες είναι πιο δημοφιλής ο ριζοσπάστης που γίνεται ευρωπαϊστής για να διεκδικήσει με αξιώσεις την εξουσία από κάποιον που είναι απλά και μόνο ευρωπαϊστής. Το πρώτο περιέχει και το στοιχείο της εκτόνωσης...

Στο ερώτημα αν το «σύστημα» προτιμά έναν επαναστάτη Αλέξη ή έναν καλοστεκούμενο Φώτη, η απάντηση είναι ότι δεν υπάρχει πλέον σύστημα. Για την ακρίβεια, δεν υπήρξε ποτέ σύστημα, όπως, τουλάχιστον, το εννοούν στα δυτικά κράτη. Σε κάποιους πολιτικούς κύκλους αισθάνονται πιο άνετα με τον κ. Κουβέλη και θα προτιμούσαν την ΔΗΜΑΡ στην θέση του ΣΥΡΙΖΑ. Όπως και στο παρελθόν προτιμούσαν το ΠΑΣΟΚ του κ. Σημίτη από το ΠΑΣΟΚ  του  Ανδρέα Παπανδρέου.

Το πρόβλημα γι΄ αυτούς τους κύκλους είναι ότι τα κόμματα δεν δημιουργούνται και δεν μεγαλώνουν με διοικητικές πράξεις ούτε και στην διάρκεια του κουσκούς των κοσμικών εκδηλώσεων. Είναι αποτέλεσμα βαθύτερων διεργασιών, που εκφράζουν ιστορικές αναγκαιότητες και λαϊκές προσδοκίες.

Όσο περνάει ο καιρός, τόσο εδραιώνεται στις τάξεις των οπαδών του κρατισμού η πεποίθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι η δική τους σανίδα σωτηρίας. Κι όσο πιο κοντά βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, τόσο πιο ευρωπαϊκός και στρογγυλεμένος γίνεται ο πολιτικός του λόγος. Πηγαίνοντας προς τα δεξιά ο κ. Τσίπρας βρίσκει μεγαλύτερο ακροατήριο κι αυτό είναι λογικό. Όταν ο πολιτικός του λόγος ταυτιστεί πλήρως με εκείνον του παλαιού ΠΑΣΟΚ, μπορεί να ελπίζει σε ποσοστά εξουσίας.  Οι δυσαρεστημένες συνιστώσες μπορούν να εκφράζουν την αντίθετη άποψή τους, αλλά στο μεταξύ η προοπτική  της ανάληψης της εξουσίας είναι αρκετά γοητευτική για να επιχειρήσουν έναν ακροβατισμό και να πιέσουν την ηγεσία του κόμματος για επιστροφή σε μία πιο καθαρή από ιδεολογικής άποψης γραμμή.

Το κόμμα του κ. Κουβέλη έχει να αντιμετωπίσει οργανωτικά, ιδεολογικά και... άλλα προβλήματα. Δεν είναι μόνο το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ υπερφαλαγγίζει τις γραμμές του. Είναι κάτι άλλο πιο βαθύ: Αν ο κ. Τσίπρας έχει συγκεντρώσει γύρω του τους κρατιστές του ΠΑΣΟΚ, ο κ. Κουβέλης έχει προσελκύσει αμφιλεγόμενα στελέχη του εκσυγχρονιστικού μπλοκ.

Όσο για το ΠΑΣΟΚ; Το πιο σύντομο ανέκδοτο των ημερών είναι ότι ο κ. Βενιζέλος θα ηγηθεί της αναγέννησης του κόμματος. Το μεγάλο πρόβλημα είναι τι θα κάνουν τα υπόλοιπα πρωτοκλασάτα στελέχη του κόμματος. Κατά πάσα πιθανότητα ούτε εκείνα μπορούν να εγγυηθούν κάτι περισσότερο από εκείνο που κάνει σήμερα ο κ. Βενιζέλος. Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα κόμμα που βρίσκεται στην δύση του ιστορικού του ρόλου. Αν υποθέσουμε ότι στην θέση του κ. Βενιζέλου ήταν ο κ. Λοβέρδος, το αποτέλεσμα δεν θα ήταν διαφορετικό. 

Αρχικά υπήρξε μία σκέψη συμπόρευσης με τη ΔΗΜΑΡ του κ. Κουβέλη. Μία λύση που δεν φαίνεται να έχει απήχηση στις λαϊκές μάζες. Και μην έχετε αμφιβολία, μετά από τόσα χρόνια νομής της εξουσίας ξέρουν να διαβάζουν καλά τα δημοσκοπικά αποτελέσματα. Ίσως γι΄ αυτό ξεφύτρωσε στον όμορφο κήπο της πολιτικής μας ζωής η πρόταση για την δημιουργία ενός ευρωπαϊκού κόμματος.

Η Νέα Δημοκρατία φαίνεται να ολοκληρώνει κι αυτή τον ιστορικό της ρόλο. Το δικό της όνομα δεν είναι τόσο απαξιωμένο όσο εκείνο του ΠΑΣΟΚ, αλλά αυτό έχει μάλλον να κάνει με το ότι η Νέα Δημοκρατία είναι ακόμη στην εξουσία. Αν ήταν εκείνη στην θέση του ΠΑΣΟΚ, ίσως τα πράγματα να ήσαν αντίστροφα. Σε αντίθεση με το όνομα του κ. Σαμαρά, το οποίο ανεβαίνει στην εκτίμηση των δεξιών και των κεντρώων ψηφοφόρων. Κι εδώ ακριβώς φαίνεται ότι έχουμε ένα deal! Ο κ. Σαμαράς προσπαθεί να φτιάξει το προφίλ ενός ικανού πρωθυπουργού, αλλά δεν έχει στελέχη. Κι οι παλαιοί υπουργοί του ΠΑΣΟΚ ξέρουν καλά την δουλειά, αλλά στερούνται ενός αρχηγού.

Η ζωή είναι όμορφη γιατί είναι και απρόβλεπτη. Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πριν από δύο μήνες ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα μιλούσε για την Ευρώπη των φορολογουμένων, αφήνοντας στην άκρη τις υστερικές κραυγές για την Ευρώπη των τοκογλύφων; Ούτε και τον Λοβέρδο θα μπορούσε να φανταστεί σε ένα κόμμα με αρχηγό τον Αντώνη Σαμαρά! Σε κάθε περίπτωση η κρίση δημιουργεί νέες ανάγκες και νέα σενάρια. Ακόμη κι αυτά που μόλις διαβάσατε μπορεί να έχουν ξεπεραστεί μέσα σε λίγες μόλις ημέρες!

26.10.12

Για μια άλλη πολιτική επικοινωνία.

Σημειώσεις από διαλέξεις του εξαίρετου καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης κ. Γ. Μεταξά.

Εκκινώντας από μια απλουστευτική διάζευξη, δύο κύριες μορφές επικοινωνίας καταγράφονται στον χώρο της πολιτικής ζωής: η ωραιοποιητική (κατά Πλάτωνα καλλυντική) και η ενημερωτική.

Η πρώτη, η ωραιοποιητική, προσβλέπει στο να προσελκύσει - όπως το ρήμα απροσχημάτιστα δηλώνει - κάποιους στη βάση της ευχαρίστησης που θα τους προκαλέσει αυτό που βλέπουν, διαβάζουν, ακούνε ή και φαντάζονται.
Ετσι υφαρπάζεται η συγκατάθεσή τους για κάτι, ενώ έχουν τη συναρπαστική ψευδαίσθηση ότι ανεπηρέαστα προσχωρούν σε αυτό που τους προτείνεται.

Η άλλη επικοινωνία, η ενημερωτική, προϋποθέτει ότι μας πληροφορούν τόσο πάνω στα γεγονότα όσο και πάνω στις εντυπώσεις που προκαλούνται από αυτά, ευχάριστες ή δυσάρεστες. Ο,τι λέγεται δείχνει να είναι λογικά ελέγξιμο ώστε συγκρινόμενο με άλλη υπόθεση να προσλαμβάνεται κριτικά.

Στον τόπο μας η κατά κανόνα κυρίαρχη πολιτική επικοινωνία είναι η ωραιοποιητική. Εξ απαλών ονύχων, εγκοινωνιζόμεθα στο να προστρέχουμε σε ό,τι μας ευχαριστεί και να προσπερνάμε γρήγορα ό,τι μας δυσκολεύει, εκτρέποντάς το προς έναν άλλο χώρο του χρόνου στον οποίο δεν μετέχουμε. Εχοντας μάθει να επιδιώκουμε με κάθε τρόπο την ικανοποίηση των επιφανειακών αναγκών μας, στην «παροντική» «μικρή διάρκεια», αποστρεφόμαστε την υπηρέτηση των αντικειμενικών συμφερόντων της κοινωνίας.

Κατειλημμένοι από τα «εγώ» του σήμερα παραβλέπουμε τα «εμείς» του αύριο περιφρονώντας κάθε ηθική διαχρονία.
Κάτι τέτοιο όμως αποβαίνει εναντίον της ίδιας της ιδέας του ορισμού της Πολιτικής. Εναντίον δηλαδή σε ό,τι οργανωτικά ευγενέστερο φαντάστηκε ο άνθρωπος για να υπηρετήσει τους άλλους.

Σε αυτές τις ώρες όμως, ώρες δυσβάσταχτες, το ερώτημα με ποια επικοινωνία θα βαδίσουμε, με την ωραιοποιητική ή την ενημερωτική, αποβαίνει καίριο. Αυτή τη φορά η προσέλευση των κομμάτων και των ηγεσιών τους ενώπιον του ελληνικού λαού δεν θα γίνει ούτε με αποσιωπήσεις ούτε με αμφισημίες.

Κανείς δεν θα ανεχθεί την εφαρμογή της αρχής της τακτικής ασάφειας ώστε μέσα από έναν πολυσυλλεκτικό λόγο να νομίσει πως ακούει ό,τι επιθυμεί. Σε κάποια ερωτήματα, απολύτως μεταξύ τους διασυνδεδεμένα και συνεξαρτώμενα, ο θυμωμένος λαός θέλει ιδιαίτερα συγκεκριμένες απαντήσεις.
Α. Θα πουν τα κόμματα και οι ηγεσίες τους στους πολίτες αν σκέφτονται, και πώς, να αποϊδιωτικοποιηθούν ώστε να επαναπολιτικοποιηθούν στη βάση ενός γενικού δημοσίου συμφέροντος; Δεν είναι αυτά οι ιστορικά αναντικατάστατοι θεσμικοί διαμεσολαβητές ανάμεσα στην κοινωνία και την εξουσία;

Β. Θα παραδεχθούν ότι για κάποια διακυβεύματα, όσο κι αν επιθυμούν τα κόμματα να προφυλάξουν την ιδεολογική τους ταυτότητα, την «ετερότητά» τους, είναι υποχρεωτικώς «συγκλιτικά»; Και ότι όσο γίνεται ενωμένα και με τη δέουσα αξιοπρέπεια θα αντιμετωπίσουν όσα απαράδεκτα ζητούνται - ενώ υπάρχουν και παραδεκτά - από «Εκείνους» που, υπονομεύοντας με τον έναν ή τον άλλο τρόπο την Πολιτική Ευρώπη, ασκούν ηγεμονευτική επικυριαρχία.

Γ. Θα προχωρήσουν τα κόμματα στον αποεπαρχιωτισμό (τοπικό και θεματικό) του βουλευτικού ρόλου και στην πολυεπίπεδη αποπελατοποίηση του συνόλου του πολιτικού συστήματος ώστε να καταστεί απροσωπόληπτο και λειτουργικό;

Δ. Θα βεβαιώσουν τους πολίτες πόσο είναι ανυποχώρητα αποφασισμένα να επιβάλουν την οργανωσιακή μεταρρύθμιση της Δημόσιας Διοίκησης; Ωστε αυτή να είναι και διεθνώς, δηλαδή αναπτυξιακά και επιχειρησιακά, ανταγωνιστική;

Ε. Θα εγγυηθούν στους πολίτες ότι θα απαιτήσουν από τους πάσης φύσεως διοικητικούς λειτουργούς να εφαρμόζουν τις πολιτικές της εκάστοτε κυβέρνησης και όχι να τις τροποποιούν - με παρανομοθετικές εγκυκλίους - και να ασκούν έτσι, και αντισυνταγματικότατα, διοικητική συγκυβέρνηση;
Ολα τα παραπάνω δεν είναι λεπτομέρειες αλλά συνιστούν τις δομολειτουργικές προϋποθέσεις έναρξης ενός πολιτικού προγράμματος εξόδου από την κρίση.
Αυτή τη φορά ας μην παραβλεφθεί ότι αυτός «ο κόσμος, ο μικρός, ο μέγας», ο μέχρι τώρα απεριόριστα προσωποκεντρικός και ελάχιστα θεματοκεντρικός, δεν φαίνεται να είναι διατεθειμένος, πια, εκ νέου να γητευθεί για να απολαύσει την παραπλάνησή του.

Κι έπειτα, και κάτι ακόμα, το τελευταίο. Αυτή τη φορά δεν τίθεται στην επιλογή του κόσμου θέμα διάσωσης παρωχημένων προσώπων, ό,τι και αν προσέφεραν, ή παράτασης της πολιτικής ζωής όσων εκ τύχης ή εκ λάθους αναδειχθέντων. Ούτε τίθεται ως ενδεχόμενο ότι ο καλύτερα μακιγιαρισμένος θα εκλεγεί. Αυτό που τίθεται είναι η συλλογική διάσωση του «Ολου». Πάνω σ' αυτήν την υπόθεση μελλοντικής επίδοσης ο καθένας θα μετρηθεί.

Ο έλληνας πολίτης - όπως κάθε άλλος νομίζω -, όσο και αν συνειδητοποιεί και τη δική του συνυπαιτιότητα, προσδοκά να ζήσει στο πλαίσιο μιας Ευρωπαϊκής Συμπολιτείας. Και θέλει να πιστεύει πως η χώρα του δεν είναι τόσο μικρή για να μην μπορεί να διεκδικεί έναν ανταλλάξιμο ρόλο για κάποια θέματα για τα οποία και οι πιο μεγάλοι την έχουν ανάγκη.

24.10.12

Η χαμένη αγωνιστικότητα του Τύπου.
















Ένα πολύ ωραίο άρθρο του κ. Χρήστου Πασαλάρη, από την Real News της Κυριακής, για την ανεξάρτητη και αδέσμευτη δημοσιογραφία.

ΜΥΡΙΖΕΙ μπαρούτι η δύστυχη πατρίδα, καθώς η τύχη της παίζεται κορώνα - γράμματα στις Βρυξέλλες τις επόμενες 20 μέρες, παρά τα καλά λόγια της Συνόδου Κορυφής. Η υπόκωφη λαϊκή εξέγερση που έχει ξεκινήσει εδώ και δύο χρόνια θα ξεσπάσει καλπάζοντας. Και θα είναι ανοργάνωτη, απροετοίμαστη, ξεκαπέλωτη... Δηλαδή αυτό ακριβώς που τρέμει η ξένη κατοχή. Θα είχε ξεσπάσει από καιρό αν οι φιλήσυχοι νοικοκυραίοι δεν διατηρούσαν έστω και αμυδρές ελπίδες ομαλής εξόδου από τη θανατερή κρίση... Και αν ο ελληνικός Τύπος είχε ξαναβρεί εκείνο τον παλαιό αγωνιστικό εαυτό του... Αλλωστε, αυτό είναι και το θέμα της σημερινής γραφής...

ΘΥΜΙΖΩ λοιπόν ότι λειτουργοί της πέννας ήσαν οι περισσότεροι «μπουρλοτιέρηδες» των εθνικών και κοινωνικών επαναστάσεων, έξη τον αριθμόν. Πρώτος και καλύτερος ο «πατέρας της ελληνικής δημοσιογραφίας», ο ρασοφόρος Θεόκλητος Φαρμακίδης, ο πιο γενναίος μαχητής της ελευθερίας του Τύπου. Τον αναφέρω γιατί σαν σήμερα, στις 21 Οκτωβρίου του 1825, έπλεε σε πελάγη ευτυχίας όταν δημοσίευσε στην εφημερίδα του (τη «Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος») το ποίημα που του έστειλε από το Μεσολόγγι ο Διονύσιος Σολωμός με τον τίτλο «Υμνος εις την Ελευθερίαν»! Αυτό ακριβώς το ποίημα που έγινε ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΜΑΣ ΥΜΝΟΣ!

ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΙ
της πέννας ήσαν όλοι αυτοί που πυροδότησαν την επανάσταση του ’21, από τον Αδαμάντιο Κοραή ώς τον Ρήγα Φεραίο, από τον Ανθιμο Γαζή ώς τους αδελφούς Μαρκίδες Πουλίου, από τον Πολυζωίδη ώς τον Μάγερ και από τον Κοκκινάκη και τον Αντωνιάδη ώς τον Λουριώτη και τον Σούτσο. Λίγο πριν από τον εθνικό ξεσηκωμό ο Κοραής έγραφε από το Παρίσι στον Νεόφυτο Βάμβα: «Συστήσατε το ταχύτερον επαναστατικάς εφημερίδας, ει δυνατόν και χειρογραμμένας»! Οπως και έγινε. Η Ελλάδα γέμισε τότε με επαναστατικές εφημερίδες γραμμένες με το χέρι. Οπως γεμίζει και σήμερα με χιλιάδες ατίθασα blogs και με εγερτήρια κείμενα στο διαδίκτυο και στους τοίχους...

ΠΟΛΛΟΙ πατριώτες δημοσιογράφοι έχασαν τότε τη ζωή τους αγωνιζόμενοι, όπως ο Μάγερ, που σκοτώθηκε στην «Εξοδο». Αλλοι πέθαναν πάμπτωχοι, όπως ο Φαρμακίδης, που μοίρασε τη μεγάλη κληρονομιά του στα φτωχόπαιδα. Αλλοι σάπισαν στις φυλακές μαχόμενοι κατά της λογοκρισίας και άλλοι έπαιξαν τη ζωή τους κορώνα - γράμματα, όπως ο Πολυζωίδης για να σώσει τον Κολοκοτρώνη από τη θανατική καταδίκη.

ΘΑΡΡΑΛΕΟΙ δημοσιογράφοι άνοιξαν τον δρόμο στις επαναστάσεις του 1843 για το Σύνταγμα, του 1862 για την έξωση του Οθωνα, και του 1909 και 1922 για την κάθαρση και τη δημοκρατία, όπως ο Λεβίδης, ο Φιλήμων, ο Σούτσος, ο Γαβριηλίδης... Αλλοι έπεσαν δολοφονημένοι, όπως ο Καβαφάκης, ο Βιδάλης, ο Καραγιώργης, ο Μπακογιάννης, ο Αθανασιάδης, ο Μομφεράτος. Και άλλοι τιμήθηκαν με «κηδείες δημοσία δαπάνη», όπως ο Σουρής, ο Νικολόπουλος, ο Κύρου... Δημοσιογράφοι ήσαν οι πατριώτες που πυροδότησαν κορυφαίους εθνικούς αγώνες, όπως ο Καλαποθάκης και ο Λαμπράκης με τον Μακεδονικό Αγώνα, ο Κύρου με το Κυπριακό, ο Καράντζας και ο Μπότσης με την αντίστασή τους επί κατοχής, η Βλάχου, ο Κύρκος και πλήθος άλλοι με τη θαρραλέα στάση τους επί επταετίας. Στην αντίσταση του 1941-44 εκδόθηκαν κάπου 600 παράνομες εφημερίδες -οι περισσότερες στην κατεχόμενη Ευρώπη- και οδηγήθηκαν στο απόσπασμα δεκάδες άνθρωποι του παράνομου Τύπου, ανάμεσά τους και ο γράφων, που γλύτωσε από θαύμα...

ΑΥΤΑ ΤΟΤΕ... Σήμερα όμως; Ποιοι λειτουργοί του Τύπου θα πυροδοτούσαν μια επαναστατική αλλαγή που τόσο ανυπόμονα ζητάει η πατρίδα; Μήπως αυτός ο αθεόφοβος «εκδότης» που έχει καταδικαστεί για απάτες και τα καταφέρνει να μη μένει ούτε μια μέρα στη φυλακή, παριστάνοντας τον ψυχοπαθή; Μήπως κάποιοι όμοιοί του που κολυμπάνε σε μαύρο χρήμα, κερδισμένο από βρώμικες υπηρεσίες; Μήπως αρκετοί θεσιθήρες βολεμένοι σε «γραφεία Τύπου» και σιτιζόμενοι με μυστικά κονδύλια; Μήπως κάποιοι φωνακλάδες και θεατρίνοι που λειτουργούν ως «αμορτισέρ» και που κανείς δεν ξέρει ποιοι κρύβονται από πίσω τους;

ΟΧΙ ΒΕΒΑΙΑ. Τη «δουλειά» θα την κάνουν οι άλλοι, οι πολλοί, οι ανώνυμοι, οι ρομαντικοί του «σιναφιού» μας, με επικεφαλής ένα - δύο κορυφαίους που κάποια στιγμή θα τα βροντήξουν και θα πουν «ώς εδώ και μη παρέκει»!.. Υπάρχουν τέτοιοι στο λειτούργημά μας; Υπάρχουν, και αρσενικοί και θηλυκοί. Να τους κατονομάσω; Δεν έχει νόημα. Ο κόσμος τούς ξέρει, τους βλέπει, τους ξετρυπώνει, τους διαβάζει, τους ακούει, τους εμπιστεύεται. Και σπάνια κάνει λάθος. Αργά ή γρήγορα θα βγουν στον αέρα. Εννοώ σε αυτό τον ζωογόνο αέρα που «μυρίζει μπαρούτι»!..