24.12.12
5.12.12
1.500.000 ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ χωρίς εκπροσώπηση.
Άρθρο του Στάθη Διομήδη για τα αποτελέσματα της Συνδιάσκεψης του ΣΥΡΙΖΑ.
"Σχεδόν 1.500.000 ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ χωρίς εκπροσώπηση στην Κεντρική Επιτροπή του κόμματος…"
Το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε την πρώτη σοβαρή προσπάθεια να γίνει ενιαίο κόμμα οργανώνοντας την πανελλαδική συνδιάσκεψη. Για να ενοποιηθεί ένα κόμμα όμως θέλει δουλειά πολύ, έξοδο από τα χαρακώματα δεκαετιών, πολύ καλή ανάγνωση της σημερινής πραγματικότητας και πάνω από όλα θέλει ανοικτά μυαλά και διάθεση.
Είναι σημαντική η προσπάθεια που ξεκίνησε. Όμως τα αποτελέσματα δείχνουν πως χρειάζεται πολύς δρόμος ακόμη.
Απόδειξη αυτού είναι ότι δημιουργήθηκε και ψηφίστηκε μία διακήρυξη που όμως ήταν προϊόν συρραφής και όχι σύνθεσης με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν ξεκάθαρες θέσεις αλλά γενικόλογες αναφορές σε μια σειρά από ζητήματα.
Ειδικά σε ότι αφορά τα θέματα εξωτερικής πολιτικής οι ιδεοληψίες του παρελθόντος μαζί με την αναγκαία συρραφή λόγω διαφωνιών, περισσότερο μπερδεύουν παρά ξεκαθαρίζουν τις θέσεις.
Η διακήρυξη αποφεύγει όπως ο διάολος το λιβάνι να ασχοληθεί επί της ουσίας και να πάρει θέση ξεκάθαρη σε θέματα όπως το Κυπριακό, τα ελληνοτουρκικά, το σκοπιανό. Αποτέλεσμα αυτής της λογικής, η επιτροπή της διακήρυξης επέβαλλε να μην φθάσουν καν στο σώμα της συνδιάσκεψης, να μην αναγνωσθούν και να μην τεθούν σε ψηφοφορία προσθήκες όπως πχ: «Άμεση ανακήρυξη ΑΟΖ σε όλη την επικράτεια», «Επανενεργοποίηση και ισχυροποίηση του Ενιαίου Αμυντικού και Οικονομικού Δόγματος Ελλάδας Κύπρου» ή «Υπερήφανη Εθνική πολιτική που θα αποτρέπει τον τουρκικό επεκτατισμό». Αυτή η επιλογή να μην τεθούν ούτε σε ψηφοφορία ούτε καν προς γνώσιν του σώματος, δείχνει το φόβο, το νεφέλωμα και την αδυναμία σύνθεσης που υπάρχει στα θέματα εξωτερικής πολιτικής.
Ο δρόμος για την ενοποίηση είναι μακρύς. Αυτό αποδεικνύεται και από την ίδια την ψηφοφορία για την εκλογή μελών της κεντρικής επιτροπής. Πιο συγκεκριμένα το μόνο ενιαίο που υπήρχε στην ψηφοφορία ήταν το χαρτί στο οποίο είχαν γραφεί τα ονόματα των υποψηφίων και οι δύο παρατάξεις που συμμετείχαν στις εκλογές!
Η επιβολή ξεχωριστών παρατάξεων στο ψηφοδέλτιο έγινε με συμφωνία μεταξύ ηγεσίας και ρευμάτων και ουσιαστικά απαγορεύτηκε να μπει σε ψηφοφορία εάν θα υπάρξει ενιαίο ψηφοδέλτιο ή ξεχωριστές παρατάξεις. Η πλειοψηφία των συνέδρων ζητούσε ενιαίο ψηφοδέλτιο και να αποφασίσει το σώμα της συνδιάσκεψης πως θα γίνει η διαδικασία. Δεν κατέστη δυνατόν όμως καθώς καμία πλευρά δεν ήθελε κάτι τέτοιο!!!
Αποδεικνύεται επίσης από το γεγονός ότι ενώ έχει ψηφιστεί από τη συνδιάσκεψη για συμμετοχή 301 μελών στην κεντρική επιτροπή (226 μελών εκλεγμένων και 75 αριστίνδην) ήδη έχουν φθάσει τα 317!! Δηλαδή 16 περισσότερα. (76 αντί για 75 στους αριστίνδην και 242 αντί 225 για την πλήρη «και καλά» εκπροσώπηση των περιφερειών!!!)
Ακόμη περισσότερο αποδεικνύεται ότι είναι μακρύς ο δρόμος της ενοποίησης από το ίδιο το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας. Από τα 317 μέλη της Κ.Ε. πάνω από τα 300 προέρχονται από τις συνιστώσες και είναι μέλη τους. Δηλαδή το 1.450.000 λαού, το 90% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ οι οποίοι τον ψήφισαν για πρώτη φορά εκπροσωπείται και εκφράζεται στο ανώτατο πολιτικό όργανο του κόμματος από 15 ανθρώπους το πολύ στους 317. Δηλαδή από το 5%!!! Και εάν δεν ήταν και τα αριστίνδην μέλη της Κ.Ε. ούτε το 1% δεν θα συμμετείχε! Αντιθέτως το 10% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ κατέχει το 95% της κεντρικής επιτροπής!!! Ε δεν το λες και άνοιγμα αυτό!!! Και όταν υπάρχει αναντιστοιχία κόμματος και κοινωνίας είναι γνωστό τι συμβαίνει…
Εντύπωση προκάλεσε το γεγονός ότι ο Λαφαζάνης δήλωνε στα ΜΜΕ ότι θα κατέβει με σταυρό υποψήφιος για την κεντρική επιτροπή αλλά τελικά επέλεξε τη σιγουριά και πήγε αριστίνδην ενώ αντιθέτως κατέβηκε ο Τσίπρας υποψήφιος με σταυρό!
Άλλο ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι ο Τσακαλώτος βγήκε πρώτος μετά από τον Τσίπρα με 971 σταυρούς! Υποθέτω για τους «αγώνες» του στην Αριστερά υπέρ του λαού και της Πατρίδας… ή ίσως επειδή ήταν μαθητής του Στουρνάρα στην Οξφόρδη… Αντίθετα ο Παναγούλης δεν εκλέχθηκε καθώς έλαβε μόλις 162 ψήφους, 70 λιγότερους από τον τελευταίο εκλεγέντα, πληρώνοντας την παρρησία του και το «θράσος του» να τα βάλει με τους καναλάρχες…
Παρ’ όλες τις αδυναμίες, τους φόβους και τους αρτηριοσκληρωτισμούς που υπάρχουν σε πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, βλέποντας απόψε και τον Στουρνάρα στον Παπαχελά έχω καταλήξει ότι σήμερα υπάρχει μόνο ΜΙΑ ελπίδα και αυτή είναι ο Τσίπρας.
Υ.Γ «Δεν παύει ο Λαφαζάνης να εκφράζει και επίσημα πλέον το 26% 35.000 μελών και 1,6 εκ. ψηφοφόρων»!!! αναφέρει σε σχόλιό του ένας αναγνώστης του iskra.gr.
Δηλαδή: 26% ο Λαφαζάνης, 50% ο Τατσόπουλος… πάλι καλά που μένει και ένα 24% να εκφράσει ο Τσίπρας!!!
3.12.12
Η Χρυσή Αυγή και ο Ε.Βενιζέλος.
Ένα μεγάλο πολιτικό λάθος πρόκειται να κάνει ο Πρόεδρος του, πάλαι ποτέ, ΠΑΣΟΚ: να ηγηθεί της προσπάθειας για να τεθεί η ΧΑ εκτός νόμου.
Φαίνεται ότι στην Ιπποκράτους δεν έχουν ακόμα αποκτήσει αίσθηση της κοινωνίας και των ιστορικών αλλαγών που έχουν συντελεστεί τα τελευταία 2 χρόνια. Φαίνεται ότι το ΠΑΣΟΚ δεν κατάφερε ποτέ να επανακτήσει την επικοινωνία που είχε με τα λαϊκά και μεσαία στρώματα μέχρι και το 2000. Φαίνεται έτσι περίτρανα ότι οι κινήσεις Ε. Βενιζέλου "βουλιάζουν" το κόμμα στο 5%, δημιουργώντας μη αναστρέψιμα ποσοστά.
Η απώλεια της επικοινωνίας κοινωνίας-κόμματος, έχει αφήσει αχαρτογράφητα τα νερά για την πολιτική Ιθάκη του Ε. Βενιζέλου. Πώς αλλιώς μπορούμε να εξηγήσουμε την κίνησή του να τεθεί ως ο πολέμιος κατά της ΧΑ; Είναι κατανοητό ότι οι κινήσεις του είναι πλέον περιορισμένες, καθώς ο πυρήνας του ΠΑΣΟΚ, αλώθηκε από το ΣΥΡΙΖΑ και την ΝΔ. Είναι επίσης κατανοητό πως όταν δεν μπορείς να κάνεις πολιτικές κινήσεις, επιλέγεις να κάνεις επικοινωνιακό θόρυβο για να στρέψεις την κοινή γνώμη υπερ σου. Αλλά τις περισσότερες φορές κάνεις επικοινωνιακή πατάτα. Και αυτή η κίνηση Βενιζέλου, θα αποδειχθεί επικοινωνιακή πατάτα για τους εξής λόγους:
- Δεν έχουν αναλυθεί πλήρως τα δημογραφικά χαρακτηριστικά της ΧΑ και της επιρροής που ασκεί σε λαϊκά και μεσαία στρώματα, τα οποία αποτελούσαν υποστηρικτή του ΠΑΣΟΚ.
- Δεν έχουν γίνει κατανοητά τα κοινωνικά κίνητρα της δημοσκοπικής ανόδου της ΧΑ, τα οποία την καθιστούν 3ο κόμμα.
- Δεν έχουν μελετηθεί τα ψυχολογικά κίνητρα των ψηφοφόρων που επιλέγουν τη ΧΑ.
- Δεν έχει δημιουργηθεί μια επικοινωνιακή στρατηγική που να ενημερώσει πρώτα τους πολίτες τί είναι η ΧΑ και ποιές οι θέσεις της, ώστε να γίνουν ομαλά οι όποιες κινήσεις.
- Δεν έχει δημιουργηθεί μια ιδεολογική πλατφόρμα που να απαντά απόλυτα και ικανοποιητικά στις πολιτικές θέσεις της ΧΑ. Με αφορισμούς και videakia δεν γίνεται δουλειά.
- Δεν έχει οικοδομηθεί ένα προφίλ του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ, τέτοιο ώστε να προετοιμάσει τους πολίτες για τις κινήσεις του. Ο κόσμος πλεον δεν έχει κοντή μνήμη. Θυμάται την πολιτική διαδρομή του Ε. Βενιζέλου, την επιβολή του χαρατσιού, την υπεράσπιση του Μνημονίου και άλλα πολλά που έχουν ουσιαστικά φτωχύνει τον πολίτη και άρα τον έχουν "ρίξει" στην δεξαμενή της ΧΑ.
- Δεν έχει δημιουργηθεί εκείνο το πολιτικό προσωπικό εντός του ΠΑΣΟΚ, ώστε ο πολίτης να αναγνωρίσει ότι οι όποιες κινήσεις εναντίον της ΧΑ έχουν βάθος, συνέχεια, αιτιολόγηση και συνέπεια.
Σοφά και έξυπνα, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ "σφυρίζουν" αδιάφορα για την πρωτοβουλία του Ε. Βενιζέλου.
22.11.12
"Η Ελλάδα στη δίνη της κοινωνικής κρίσης."
Η εικόνα μιας χώρας σε ελεύθερη πτώση είναι αυτή που σκιαγραφεί με έρευνά του, το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ).
Η έκθεση παρουσιάστηκε την Τετάρτη σε εκδήλωση με τίτλο «Η Ελλάδα στη δίνη της κοινωνικής κρίσης», που διοργάνωσε το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, σε συνεργασία με την Ένωση Ακολούθων Τύπου και την Ένωση Αποφοίτων ΕΣΔΔΑ στην αίθουσα Συνεδρίων της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας.
Και ποια είναι η ζοφερή εικόνα της χώρας, μετά από τρία προγράμματα διάσωσης; Ιδού: «25% σωρευτικά περίπου η ύφεση, όσο 1,5 παγκόσμιος πόλεμος, 25% η ανεργία, η φτώχια στατιστικά έχει φτάσει στα ίδια επίπεδα, 30% ο κοινωνικός αποκλεισμός, 1,5 εκατομμύριο οι άνεργοι, 2 εκατομμύρια οι φτωχοί, 55% των νέων άνεργοι, 3 στους 4 ανέργους πάνω από τριάντα ετών».
Αυτοί είναι οι αριθμοί και τα ποσοστά «που προσδιορίζουν με έναν τεχνικό τρόπο τη φτώχεια και την ανεργία» όπως ανέφερε ο διοικητής του ΟΑΕΔ Ηλίας Κικίλιας, παρουσιάζοντας μέρος της έκδοσης. Για να συμπληρώσει ότι, πίσω από τους αριθμούς υπάρχουν οι φωνές των ανέργων, των φτωχών, των κοινωνικά αποκλεισμένων, που περιλαμβάνονται στη συγκεκριμένη έκδοση.
Ειδικά στις οικογένειες με παιδιά που και οι δύο γονείς είναι άνεργοι το ποσοστό της φτώχειας είναι 57,8%, ενώ ένα άλλο πολύ σημαντικό στοιχείο της έρευνας είναι ότι το 1/3 του ενός εκατομμυρίου θέσεων εργασίας που υπολογίζεται ότι δημιουργήθηκαν κατά τα έτη 1991-2008 χάθηκαν κατά την τελευταία διετία.
Η έκθεση παρουσιάστηκε την Τετάρτη σε εκδήλωση με τίτλο «Η Ελλάδα στη δίνη της κοινωνικής κρίσης», που διοργάνωσε το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, σε συνεργασία με την Ένωση Ακολούθων Τύπου και την Ένωση Αποφοίτων ΕΣΔΔΑ στην αίθουσα Συνεδρίων της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας.
Και ποια είναι η ζοφερή εικόνα της χώρας, μετά από τρία προγράμματα διάσωσης; Ιδού: «25% σωρευτικά περίπου η ύφεση, όσο 1,5 παγκόσμιος πόλεμος, 25% η ανεργία, η φτώχια στατιστικά έχει φτάσει στα ίδια επίπεδα, 30% ο κοινωνικός αποκλεισμός, 1,5 εκατομμύριο οι άνεργοι, 2 εκατομμύρια οι φτωχοί, 55% των νέων άνεργοι, 3 στους 4 ανέργους πάνω από τριάντα ετών».
Αυτοί είναι οι αριθμοί και τα ποσοστά «που προσδιορίζουν με έναν τεχνικό τρόπο τη φτώχεια και την ανεργία» όπως ανέφερε ο διοικητής του ΟΑΕΔ Ηλίας Κικίλιας, παρουσιάζοντας μέρος της έκδοσης. Για να συμπληρώσει ότι, πίσω από τους αριθμούς υπάρχουν οι φωνές των ανέργων, των φτωχών, των κοινωνικά αποκλεισμένων, που περιλαμβάνονται στη συγκεκριμένη έκδοση.
Ειδικά στις οικογένειες με παιδιά που και οι δύο γονείς είναι άνεργοι το ποσοστό της φτώχειας είναι 57,8%, ενώ ένα άλλο πολύ σημαντικό στοιχείο της έρευνας είναι ότι το 1/3 του ενός εκατομμυρίου θέσεων εργασίας που υπολογίζεται ότι δημιουργήθηκαν κατά τα έτη 1991-2008 χάθηκαν κατά την τελευταία διετία.
14.11.12
«Δε θέλω να είμαι αυτός που θα κρεμάσουν στο Σύνταγμα».
Λάβαμε το παρακάτω άθρο του Στάθη Διομήδη και το δημοσιεύουμε. Δίνει τη δική του ματιά στα γεγονότα των τελευταίων ημερών.
Στάθης Διομήδης
Τελικά η υποκρισία στον πολιτικό κόσμο της συμπολίτευσης δεν έχει όρια. Αρκούσε μια φράση του Στάθη Παναγούλη για να βάλει «φωτιά στα τόπια»! Τι είπε όμως που τόσο πολύ ενόχλησε τον καθωσπρεπισμό των κυβερνώντων και των γνωστών παπαγαλακίων των ΜΜΕ: ««εάν θέλετε πράγματι να βρούμε τα κλεμμένα, ας ψαχτούμε πρώτα εμείς εδώ μέσα από το ’74 μέχρι σήμερα» και αφού διευκρίνισε πρώτα πως εκφράζει την προσωπική του άποψη και όχι του ΣΥΡΙΖΑ ή του Αλέξη Τσίπρα, συμπλήρωσε: «να παρακαλάτε να περάσετε από ειδικό δικαστήριο. Αυτό σας εύχομαι και εγώ προσωπικά, παρά να βρείτε ορισμένοι από εσάς το τέλος του πρεσβευτή των ΗΠΑ πριν λίγους μήνες στη Λιβύη. Καλή σας τύχη».
Ανεξάρτητα από το τι πιστεύει κάποιος για τον Παναγούλη είπε ότι ακριβώς λένε στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους πολλοί βουλευτές της συμπολίτευσης.
Δεν υιοθετώ τη φράση του Παναγούλη, άλλωστε εγώ είμαι υπέρ της δικαιοσύνης και των ΔΙΚΑΙΩΝ δικών, αλλά δεν μπορώ να υιοθετήσω και την υποκρισία των «θιγμένων».
Ναι, εμπεριέχει υπερβολή η αναφορά του, στο τραγικό τέλος του πρέσβη στη Λιβύη.
Ναι πράγματι σόκαρε αυτή η αναφορά. Φαίνεται ότι η συναλλαγή με συμφέροντα ντόπιου και ξένου κατεστημένου, δεν αφήνει χρόνο σε μεγάλη μερίδα βουλευτών να ακούσουν όμως τι λέει και ο Λαός. Γιατί πλέον μεγάλη μερίδα κόσμου, απαιτεί τιμωρία και μάλιστα παραδειγματική όσων έφεραν την πατρίδα και το Λαό σε αυτή την κατάσταση.
Πράγματι για αυτή την λεκτική υπερβολή του Παναγούλη εξοργίσθηκαν κυρίως οι κυβερνητικοί βουλευτές. Κανέναν όμως δεν ενόχλησε η αναφορά του Παναγούλη σχετικά με το ότι τα κλεμμένα του Ελληνικού Λαού βρίσκονται σε τσέπες κάποιων που πέρασαν από το Ελληνικό Κοινοβούλιο. Γιατί άραγε δεν ενόχλησε κανέναν αυτή η αναφορά;
Δεν το άκουσαν; Δεν το καταλάβαν; Συμφωνούν; Είναι έτσι άρα ποιος να ασχοληθεί; Ή μήπως αντέδρασαν για τον πρέσβη ώστε να χαθεί από τη δημοσιότητα η καταγγελία του Παναγούλη για τα κλεμμένα; Θα είχε ενδιαφέρον να μας απαντήσει κάποιος από τους «θιγέντες»… Μήπως τελικά το μένος που υπήρξε από τους συναδέλφους του ήταν γιατί τους είπε ότι αυτοί τα ΈΦΑΓΑΝ;
Στις 22/10 ο Στουρνάρας είχε δηλώσει ότι: «H μόνη σωτηρία είναι η δόση, αν δεν την πάρουμε θα πεινάσουμε» ενώ στις 19/8 ο Στουρνάρας είχε δηλώσει ότι: «δε θέλω να είμαι αυτός που θα κρεμάσουν στο Σύνταγμα». Σιγή ιχθύος από το κατεστημένο. Δεν ενόχλησε κανέναν.
Στις 26/6/2011 είχε κάνει την παρακάτω δήλωση ο τότε Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Πάγκαλος: «Αν δεν ψηφιστεί το μεσοπρόθεσμο θα γυρίσουμε στη δραχμή και θα χρειαζόταν τα τανκς να προστατεύσουν τις τράπεζες από τους πολίτες». Σιγή ιχθύος από το κατεστημένο.
Στις 10/2 2012 ο Παπαδήμος, (κατασκεύασμα του Σημίτη), έλεγε ότι αν δεν ψηφιστεί το δεύτερο μνημόνιο οι Έλληνες θα μείνουν χωρίς μισθούς, φάρμακα και καύσιμα.
«Μέχρι τις 16 Νοεμβρίου αντέχουν τα αποθεματικά της χώρας. Το αίμα της οικονομίας που είναι η ρευστότητα έχει φτάσει στο μηδέν» έλεγε ο εκβιαστής Σαμαράς στις 20/10, πριν λίγες ημέρες. Σιγή ιχθύος το κατεστημένο.
Και τόσα και τόσα άλλα που έχουν πει κατά καιρούς οι εκβιαστές που κυβερνούν.
Η αισθητική της κυβέρνησης και των βουλευτών όμως δεν ενοχλείται και δεν προσβάλλεται από τις πιο πάνω δηλώσεις αλλά και όταν: Κόβουν τα πολυτεκνικά επιδόματα, κόβουν τις συντάξεις των 400 ευρώ, φθάνει η ανεργία στο 25,4% με 1.267.595 ανέργους, αυτοκτονούν καθημερινώς άνθρωποι λόγω της οικονομικής κρίσης και τους εκβιασμούς του κράτους, φεύγουν κατά χιλιάδες μετανέστες οι νέοι άνθρωποι, εκχωρούν Εθνική Κυριαρχία στο νεογερμανικό οικονομικό επεκτατισμό.
Η αισθητική της κυβέρνησης και των βουλευτών όμως δεν ενοχλείται και δεν προσβάλλεται όταν: οι ίδιοι εισπράττουν καθαρά πάνω από 80.000 ευρώ το χρόνο σχεδόν αφορολόγητα ενώ ταυτόχρονα κόβουν τα φάρμακα από τους νεφροπαθείς, διαλύουν την υγεία, την παιδεία και το κοινωνικό κράτος και ξεπουλούν πλουτοπαραγωγικές πηγές και στρατηγικούς τομείς της χώρας.
Η αισθητική της κυβέρνησης και των βουλευτών όμως δεν ενοχλείται και δεν προσβάλλεται όταν: ασκείται κρατική βία και καταστολή σε όσους διαδηλώνουν ανά την Ελλάδα, εκβιάζουν, τρομοκρατούν και ουσιαστικά λιντσάρουν το ΛΑΟ.
Υ.Γ. Αντώνη τη μια μιλάς με το Θεό, την άλλη επικαλείσαι το Λένιν. Μην το αφήνεις έτσι να το κοιτάξεις…
5.11.12
Ποιός θα είναι ο νικητής;
Διεκδικώντας μία δεύτερη προεδρική θητεία, ο Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος ανήλθε στην εξουσία με ένα σύνθημα ελπίδας, καλείται να υπερασπισθεί έναν απολογισμό έργου που έχει απογοητεύσει ορισμένους ψηφοφόρους, αλλά και να συνεχίσει να ενσαρκώνει την αλλαγή. «Η πρόοδος είναι δύσκολη. Η αλλαγή μπορεί να είναι αργή», παραδέχεται ο Μπαράκ Ομπάμα τη στιγμή που ο Μιτ Ρόμνεϊ τον κατηγορεί ότι δεν τήρησε την υπόσχεσή του να ενώσει τους Αμερικανούς και κυρίως να επιτύχει την ανάκαμψη της αμερικανικής οικονομίας. Αλλά «εάν θέλετε να συνεχίσετε να πιστεύετε στο όραμα αυτό των Ηνωμένων Πολιτειών που έχουμε στην καρδιά μας, η αλλαγή θα έρθει», λέει ο Μπαράκ Ομπάμα, την ώρα που τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων καταγράφουν την απογοήτευση των ψηφοφόρων έπειτα από τέσσερα χρόνια της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης από τη δεκαετία του 1930.
Οι συνομιλητές του τον περιγράφουν συγκρατημένο, εγκεφαλικό αλλά και πολύ ανταγωνιστικό, που απεχθάνεται να χάνει τόσο στην πολιτική, όσο και στο μπάσκετ. Ο Μπαράκ Ομπάμα βεβαιώνει ότι διατηρεί την ιερή φλόγα, παρά την κακή του επίδοση κατά τη διάρκεια της πρώτης τηλεοπτικής αναμέτρησης με τον Ρόμνεϊ, η οποία ήγειρε ερωτηματικά για την μαχητικότητα ενός πολιτικού ηγέτη που δεν τον αφορούν οι ίντριγκες της Ουάσινγκτον ούτε οι φλυαρίες των τηλεοπτικών δικτύων διαρκούς ενημέρωσης.
Ο Μπαράκ Χουσέιν Ομπάμα, γιος μίας Αμερικανίδας και ενός Κενυάτη, εμφανίσθηκε στο πολιτικό προσκήνιο κατά το συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος το 2004 στη Βοστόνη, το οποίο έδωσε το χρίσμα στον Τζον Κέρι για να αναμετρηθεί με τον Τζορτζ Μπους, υπερασπιζόμενος μία συναινετική προσέγγιση της πολιτικής που συνεγείρει και κάνει αίσθηση. Ο Μπαράκ Ομπάμα γεννήθηκε τον Αύγουστο 1961 στη Χαβάη. Το 2004 είναι ήδη επί επτά χρόνια εκπρόσωπος του νότιου τομέα του Σικάγο στην Γερουσία του Ιλινόι. Στις αρχές του 2005, εκλέγεται στην αμερικανική Γερουσία και χάρις στην χαρισματική του προσωπικότητα και την ευγλωττία του, γίνεται το αγαπημένο παιδί των μέσων ενημέρωσης.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, νικά την Χίλαρι Κλίντον, παίρνει το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος και στη συνέχεια θριαμβεύει επί του βετεράνου Ρεπουμπλικάνου Τζον Μακέιν και διαδέχεται στα 47 του χρόνια τον Τζορτζ Μπους στον Λευκό Οίκο. Οι ΗΠΑ επέλεξαν «την ελπίδα από τον φόβο», είπε ο Μπαράκ Ομπάμα κατά την ομιλία του μετά την ορκωμοσία στις 20 Ιανουαρίου 2009 ενώπιον δύο εκατομμυρίων ανθρώπων που είχαν συγκεντρωθεί στο κέντρο στην Ουάσινγκτον.
Ωστόσο, η άσκηση της εξουσίας είναι συχνά πηγή απογοήτευσης για τον απόφοιτο του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, δικηγόρο και καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου, ιδιαίτερα από τότε που οι Ρεπουμπλικανοί εξασφάλισαν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων στο τέλος του 2010 και άρχισαν να εφαρμόζουν τις υποσχέσεις τους για την περικοπή των δαπανών χωρίς την αύξηση των φόρων.
Ο Μπαράκ Ομπάμα μπορεί να επιδείξει σεβαστό έργο, με την φιλόδοξη μεταρρύθμιση του συστήματος της υγείας. Όμως η ανεργία έχει αυξηθεί κατά 2,8% σε σχέση με την περίοδο πριν από την κρίση και το ομοσπονδιακό χρέος έχει αυξηθεί κατά 50% από το 2009. Είναι ο πρώτος πρόεδρος των ΗΠΑ που εκφράζει την υποστήριξή του προς τον γάμο των ομοφυλοφίλων, τερματίζει το ταμπού για τους ομοφυλόφιλους στον στρατό, αλλά δεν κατορθώνει να επιτύχει την υιοθέτηση μίας μεταρρύθμισης για τη μετανάστευση, ούτε το πρόγραμμα μετάβασης στην «πράσινη» ενέργεια.
Στην εξωτερική πολιτική, αυτός που τάχθηκε για πρώτη φορά το 2002 κατά του πολέμου στο Ιράκ, τήρησε την υπόσχεσή του στο τέλος του 2011 για την αποχώρηση των αμερικανών στρατιωτών. Αντίθετα, στο Αφγανιστάν τριπλασίασε τουλάχιστον για ένα χρόνο τις αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις για να υλοποιήσουν τον πόλεμο κατά της αλ Κάιντα, έναν στόχο που επεκτάθηκε στο γειτονικό Πακιστάν με τον μυστικό πόλεμο των μη επανδρωμένων αεροσκαφών. Τον Μάιο 2011, θριάμβευσε με την επιχείρηση εξόντωσης του Οσάμα Μπιν Λάντεν.
Όπως και όλοι οι προκάτοχοί του, δεν πέτυχε καμία πρόοδο στην αραβοϊσραηλινή διένεξη, η οποία περιπλέχτηκε από την αραβική άνοιξη, ούτε και στο θέμα της κρίσης με το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Όλα αυτά με φόντο τις δύσκολες σχέσεις της Ουάσινγκτον με τη Μόσχα και το Πεκίνο. Ο πρώτος μαύρος πρόεδρος της πρώτης παγκόσμιας υπερδύναμης 150 χρόνια μετά την κατάργηση της δουλείας και μισό αιώνα μετά την κατοχύρωση των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ο Μπαράκ Ομπάμα, τα μαλλιά του οποίου έχουν ασπρίσει πολύ από την εγκατάστασή του στον Λευκό Οίκο, προβάλλει την εικόνα ενός καθημερινού ανθρώπου με σκηνές μίας κανονικής ζωής, παίζοντας γκολφ, πίνοντας μπύρα και βγάζοντας βόλτα τον σκύλο του. Υπερηφανεύεται ότι σταματά τη δουλειά του για να δειπνήσει με την οικογένειά του, την εδώ και 20 χρόνια σύζυγό του και λαμπρή δικηγόρο Μισέλ Ομπάμα και τις δύο κόρες τους Μαλία, 14 ετών και Σάσα, 11 ετών.
Από την άλλη, είτε ο Μιτ Ρόμνεϊ γίνει είτε όχι ο 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ, ένα είναι σίγουρο: ο πολυεκατομμυριούχος πρώην επιχειρηματίας θα συμπληρώσει την ερχόμενη Τρίτη σχεδόν έξι χρόνια προεκλογικής εκστρατείας, μιας εκστρατείας την οποία έχει σηματοδοτήσει η έντονη επιθυμία να ξεφορτωθεί την εικόνα του απόμακρου άνδρα και του καιροσκόπου.
Στα 65 του χρόνια, ο μορμόνος πατέρας πέντε παιδιών, ο οποίος έχει γίνει 18 φορές παππούς, έχει πάρα πολλές επαγγελματικές επιτυχίες στο ενεργητικό του: είναι πτυχιούχος του Χάρβαρντ, ένας εξαιρετικά χαρισματικός σύμβουλος, ένας αξιοθαύμαστος διευθυντής, αυτός που έσωσε τους χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Σολτ Λέικ Σίτι το 2002 από την χρεοκοπία και επίσης ο Ρεπουμπλικάνος κυβερνήτης της πολιτείας της Μασαχουσέτης από το 2003 ως το 2007.
Μόνον η πολιτική του επεφύλαξε κάποιες ατυχίες. Μια ήττα το 1994 όταν ήταν υποψήφιος για τη Γερουσία και μια πρώτη αποτυχημένη υποψηφιότητα για τις προεδρικές του 2008, την οποία εγκατέλειψε στις προκριματικές εκλογές απέναντι στον Τζον Μακέιν.
Ο Μιτ Ρόμνεϊ δεν έχει παύσει έκτοτε να είναι ο «υποψήφιος Ρόμνεϊ» και μια ήττα το βράδυ της 6ης Νοεμβρίου θα σημάνει αναμφίβολα το τέλος της ακαταπόνητης αυτής εκστρατείας του για να πείσει την Αμερική να αναδείξει στο ύπατο αξίωμα της χώρας αυτόν που έχει στο ενεργητικό του τόσες πολλές διασώσεις επιχειρήσεων. Ωστόσο τα εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια που έχουν δαπανηθεί σε διαφημίσεις δεν κατάφεραν ποτέ να τον απαλλάξουν από την εικόνα του επιφυλακτικού, ακόμη και άκαμπτου ανθρώπου, ούτε να σβήσουν από τη μνήμη τις πολλές ιδεολογικές του μεταβολές. Ο «πραγματικός» Ρόμνεϊ είναι ο αθεράπευτα μετριοπαθής, ο άλλοτε υποστηρικτής του δικαιώματος στην άμβλωση, τον οποίο εμπαίζανε οι αντίπαλοί του στις προκριματικές των Ρεπουμπλικάνων; Ή είναι ο εξτρεμιστής της δεξιάς που είναι βαθιά προσηλωμένος στις δρακόντειες δημοσιονομικές περικοπές;
Γεννηθείς το 1947 στο Ντιτρόιτ, την πρωτεύουσα του αυτοκινήτου στο Μίσιγκαν, στις βόρειες ΗΠΑ, ο Ουίλαρντ Μιτ Ρόμνεϊ έρχεται αντιμέτωπος με την πολιτική στα 15 του χρόνια, όταν συνοδεύει τον πατέρα του Τζορτζ στην επιτυχημένη προεκλογική του εκστρατεία για τη θέση του κυβερνήτη. Ο γιος Ρόμνεϊ θα δει αργότερα την αποτυχία του πατέρα του απέναντι στον Ρίτσαρντ Νίξον στις προκριματικές εκλογές του 1968. Την σύζυγό του, Αν Ντέιβις, την συναντάει το 1965. Εκείνη είναι μόλις 15 ετών. Οι δύο νεαροί ερωτευμένοι θα παντρευτούν το 1969 όταν επιστρέψει ο Ρόμνεϊ από την ιεραποστολή του στη Γαλλία για δυόμισι χρόνια: Χάβρη, Μπορντό και Παρίσι. Για τριάντα μήνες, ο Ρόμνεϊ εργάζεται από το πρωί ως το βράδυ για να προσηλυτίσει τους Γάλλους σε αυτήν την θρησκεία που προέρχεται από την Αμερική. Τον Ιούνιο του 1968, ένα αυτοκίνητο πέφτει πάνω στο Citroen DS που οδηγεί. Ένας χωροφύλακας τον κηρύσσει νεκρό. Η συνοδηγός του στο αυτοκίνητο πεθαίνει, αλλά ο Ρόμνεϊ γλιτώνει από το δυστύχημα.
Μόλις επιστρέφει, το ζευγάρι εγκαθίσταται στο Μπέλμοντ, κοντά στη Βοστόνη, στη Μασαχουσέτη, όπου ο Ρόμνεϊ μπαίνει στο καλύτερο πανεπιστήμιο στη χώρα, το Χάρβαρντ, από όπου παίρνει δύο μάστερ στη διοίκηση επιχειρήσεων και στο δίκαιο το 1975. Ως ανερχόμενο αστέρι στον τομέα των συμβούλων, εισέρχεται στον όμιλο Boston Consulting Group και στη συνέχεια στην Bain & Company το 1977, όπου εντυπωσιάζει τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο Μπιλ Μπέιν, ο οποίος του εμπιστεύεται τη διεύθυνση μιας νέας εταιρείας, της Bain Capital, το 1984.
Για 15 χρόνια, η Bain Capital αποφέρει πλούτο στον Μιτ Ρόμνεϊ και του χαρίζει τη φήμη του λαμπρού επιχειρηματία, την οποία επικαλείται σήμερα για να επιλύσει τα προβλήματα της χώρας. «Πέρασα τη ζωή μου στον ιδιωτικό τομέα, όχι στον δημόσιο. Είμαι ένας άνθρωπος που με την εμπειρία του θέλει να βοηθήσει τους Αμερικανούς», επαναλαμβάνει.
Οι τοποθετήσεις των κεφαλαίων της Bain Capital σημειώνουν μεγάλες επιτυχίες, όπως αυτή των καταστημάτων με έπιπλα γραφείου Staples, αλλά ορισμένες πολύ προσοδοφόρες για τους επενδυτές τους αναδιαρθρώσεις θα οδηγήσουν σε απολύσεις, οι οποίες θα ζημιώσουν τον απολογισμό του υποψηφίου για τις προεδρικές εκλογές.
Άλλη μια επιτυχία που εγγράφεται επίσης στο βιογραφικό του Ρόμνεϊ είναι όταν το 1999 εγκαταλείπει την Bain Capital για να αναλάβει τη διάσωση των χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Σολτ Λέικ Σίτι το 2002, όπου επιτυγχάνει την αποκατάσταση της ισορροπίας των δημοσιονομικών τους.
Όμως ο Μιτ έχει και καρδιά και τα κοντινά του πρόσωπα κινητοποιήθηκαν κατά την προεκλογική του εκστρατεία για να περιγράψουν στους ψηφοφόρους τον «πραγματικό» Ρόμνεϊ: το πειραχτήρι, τον απερίσπαστο και ακέραιο άνθρωπο.
Οι προεκλογικές του συγκεντρώσεις ξεκινούν με μια ταινία με ανάμεικτα οικογενειακά βίντεο και συνεντεύξεις-εξομολογήσεις, στις οποίες ο Μιτ και η Αν διηγούνται με δάκρυα στα μάτια τα πρώτα τους ραντεβού, μιλούν για την σκλήρυνση κατά πλάκας της Αν και για τις δουλειές του ποδαριού που έκανε ο Μιτ για να βγάλει μερικά δολάρια.
Η γενναιοδωρία του Μιτ δεν είναι ψεύτικη, διηγούνται ο Σκοτ Χέλμαν και ο Μάικλ Κράνις στην βιογραφία που έγραψαν «Ο Πραγματικός Ρόμνεϊ» (The Real Romney).
Από το 1986 ως το 1994, ο Μιτ Ρόμνεϊ ηγείται του αντίστοιχου της επισκοπής για τους μορμόνους στην Βοστόνη, ένα αξίωμα διοικητικό και θρησκευτικό που τον οδηγεί να βοηθήσει τα μέλη του εκκλησιάσματός του.
Σε ιδιωτικό επίπεδο, αυξάνει τις αλτρουιστικές του πράξεις, χρηματοδοτώντας τις σπουδές των παιδιών μιας οικογένειας που έχει ανάγκη, ή ξαγρυπνώντας στο προσκέφαλο στο νοσοκομείο ενός μικρού αγοριού που είναι καταδικασμένο από τη λευχαιμία.
Όμως ο Ρόμνεϊ ασκεί επίσης πιέσεις σε μια ανύπανδρη μητέρα να εμπιστευτεί το παιδί που θα γεννήσει στην υπηρεσία υιοθεσιών της εκκλησίας, το οποίο αυτή αρνείται. Ο Μιτ Ρόμνεϊ ελπίζει τώρα πια στο επιστέγασμα της επιτυχημένης του πορείας: να γίνει ο πρώτος μορμόνος πρόεδρος των ΗΠΑ. Αυτό ήταν το μόνο αποτυχημένο στάδιο της σταδιοδρομίας του πατέρα του.
Οι συνομιλητές του τον περιγράφουν συγκρατημένο, εγκεφαλικό αλλά και πολύ ανταγωνιστικό, που απεχθάνεται να χάνει τόσο στην πολιτική, όσο και στο μπάσκετ. Ο Μπαράκ Ομπάμα βεβαιώνει ότι διατηρεί την ιερή φλόγα, παρά την κακή του επίδοση κατά τη διάρκεια της πρώτης τηλεοπτικής αναμέτρησης με τον Ρόμνεϊ, η οποία ήγειρε ερωτηματικά για την μαχητικότητα ενός πολιτικού ηγέτη που δεν τον αφορούν οι ίντριγκες της Ουάσινγκτον ούτε οι φλυαρίες των τηλεοπτικών δικτύων διαρκούς ενημέρωσης.
Ο Μπαράκ Χουσέιν Ομπάμα, γιος μίας Αμερικανίδας και ενός Κενυάτη, εμφανίσθηκε στο πολιτικό προσκήνιο κατά το συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος το 2004 στη Βοστόνη, το οποίο έδωσε το χρίσμα στον Τζον Κέρι για να αναμετρηθεί με τον Τζορτζ Μπους, υπερασπιζόμενος μία συναινετική προσέγγιση της πολιτικής που συνεγείρει και κάνει αίσθηση. Ο Μπαράκ Ομπάμα γεννήθηκε τον Αύγουστο 1961 στη Χαβάη. Το 2004 είναι ήδη επί επτά χρόνια εκπρόσωπος του νότιου τομέα του Σικάγο στην Γερουσία του Ιλινόι. Στις αρχές του 2005, εκλέγεται στην αμερικανική Γερουσία και χάρις στην χαρισματική του προσωπικότητα και την ευγλωττία του, γίνεται το αγαπημένο παιδί των μέσων ενημέρωσης.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, νικά την Χίλαρι Κλίντον, παίρνει το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος και στη συνέχεια θριαμβεύει επί του βετεράνου Ρεπουμπλικάνου Τζον Μακέιν και διαδέχεται στα 47 του χρόνια τον Τζορτζ Μπους στον Λευκό Οίκο. Οι ΗΠΑ επέλεξαν «την ελπίδα από τον φόβο», είπε ο Μπαράκ Ομπάμα κατά την ομιλία του μετά την ορκωμοσία στις 20 Ιανουαρίου 2009 ενώπιον δύο εκατομμυρίων ανθρώπων που είχαν συγκεντρωθεί στο κέντρο στην Ουάσινγκτον.
Ωστόσο, η άσκηση της εξουσίας είναι συχνά πηγή απογοήτευσης για τον απόφοιτο του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, δικηγόρο και καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου, ιδιαίτερα από τότε που οι Ρεπουμπλικανοί εξασφάλισαν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων στο τέλος του 2010 και άρχισαν να εφαρμόζουν τις υποσχέσεις τους για την περικοπή των δαπανών χωρίς την αύξηση των φόρων.
Ο Μπαράκ Ομπάμα μπορεί να επιδείξει σεβαστό έργο, με την φιλόδοξη μεταρρύθμιση του συστήματος της υγείας. Όμως η ανεργία έχει αυξηθεί κατά 2,8% σε σχέση με την περίοδο πριν από την κρίση και το ομοσπονδιακό χρέος έχει αυξηθεί κατά 50% από το 2009. Είναι ο πρώτος πρόεδρος των ΗΠΑ που εκφράζει την υποστήριξή του προς τον γάμο των ομοφυλοφίλων, τερματίζει το ταμπού για τους ομοφυλόφιλους στον στρατό, αλλά δεν κατορθώνει να επιτύχει την υιοθέτηση μίας μεταρρύθμισης για τη μετανάστευση, ούτε το πρόγραμμα μετάβασης στην «πράσινη» ενέργεια.
Στην εξωτερική πολιτική, αυτός που τάχθηκε για πρώτη φορά το 2002 κατά του πολέμου στο Ιράκ, τήρησε την υπόσχεσή του στο τέλος του 2011 για την αποχώρηση των αμερικανών στρατιωτών. Αντίθετα, στο Αφγανιστάν τριπλασίασε τουλάχιστον για ένα χρόνο τις αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις για να υλοποιήσουν τον πόλεμο κατά της αλ Κάιντα, έναν στόχο που επεκτάθηκε στο γειτονικό Πακιστάν με τον μυστικό πόλεμο των μη επανδρωμένων αεροσκαφών. Τον Μάιο 2011, θριάμβευσε με την επιχείρηση εξόντωσης του Οσάμα Μπιν Λάντεν.
Όπως και όλοι οι προκάτοχοί του, δεν πέτυχε καμία πρόοδο στην αραβοϊσραηλινή διένεξη, η οποία περιπλέχτηκε από την αραβική άνοιξη, ούτε και στο θέμα της κρίσης με το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Όλα αυτά με φόντο τις δύσκολες σχέσεις της Ουάσινγκτον με τη Μόσχα και το Πεκίνο. Ο πρώτος μαύρος πρόεδρος της πρώτης παγκόσμιας υπερδύναμης 150 χρόνια μετά την κατάργηση της δουλείας και μισό αιώνα μετά την κατοχύρωση των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ο Μπαράκ Ομπάμα, τα μαλλιά του οποίου έχουν ασπρίσει πολύ από την εγκατάστασή του στον Λευκό Οίκο, προβάλλει την εικόνα ενός καθημερινού ανθρώπου με σκηνές μίας κανονικής ζωής, παίζοντας γκολφ, πίνοντας μπύρα και βγάζοντας βόλτα τον σκύλο του. Υπερηφανεύεται ότι σταματά τη δουλειά του για να δειπνήσει με την οικογένειά του, την εδώ και 20 χρόνια σύζυγό του και λαμπρή δικηγόρο Μισέλ Ομπάμα και τις δύο κόρες τους Μαλία, 14 ετών και Σάσα, 11 ετών.
Από την άλλη, είτε ο Μιτ Ρόμνεϊ γίνει είτε όχι ο 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ, ένα είναι σίγουρο: ο πολυεκατομμυριούχος πρώην επιχειρηματίας θα συμπληρώσει την ερχόμενη Τρίτη σχεδόν έξι χρόνια προεκλογικής εκστρατείας, μιας εκστρατείας την οποία έχει σηματοδοτήσει η έντονη επιθυμία να ξεφορτωθεί την εικόνα του απόμακρου άνδρα και του καιροσκόπου.
Στα 65 του χρόνια, ο μορμόνος πατέρας πέντε παιδιών, ο οποίος έχει γίνει 18 φορές παππούς, έχει πάρα πολλές επαγγελματικές επιτυχίες στο ενεργητικό του: είναι πτυχιούχος του Χάρβαρντ, ένας εξαιρετικά χαρισματικός σύμβουλος, ένας αξιοθαύμαστος διευθυντής, αυτός που έσωσε τους χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Σολτ Λέικ Σίτι το 2002 από την χρεοκοπία και επίσης ο Ρεπουμπλικάνος κυβερνήτης της πολιτείας της Μασαχουσέτης από το 2003 ως το 2007.
Μόνον η πολιτική του επεφύλαξε κάποιες ατυχίες. Μια ήττα το 1994 όταν ήταν υποψήφιος για τη Γερουσία και μια πρώτη αποτυχημένη υποψηφιότητα για τις προεδρικές του 2008, την οποία εγκατέλειψε στις προκριματικές εκλογές απέναντι στον Τζον Μακέιν.
Ο Μιτ Ρόμνεϊ δεν έχει παύσει έκτοτε να είναι ο «υποψήφιος Ρόμνεϊ» και μια ήττα το βράδυ της 6ης Νοεμβρίου θα σημάνει αναμφίβολα το τέλος της ακαταπόνητης αυτής εκστρατείας του για να πείσει την Αμερική να αναδείξει στο ύπατο αξίωμα της χώρας αυτόν που έχει στο ενεργητικό του τόσες πολλές διασώσεις επιχειρήσεων. Ωστόσο τα εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια που έχουν δαπανηθεί σε διαφημίσεις δεν κατάφεραν ποτέ να τον απαλλάξουν από την εικόνα του επιφυλακτικού, ακόμη και άκαμπτου ανθρώπου, ούτε να σβήσουν από τη μνήμη τις πολλές ιδεολογικές του μεταβολές. Ο «πραγματικός» Ρόμνεϊ είναι ο αθεράπευτα μετριοπαθής, ο άλλοτε υποστηρικτής του δικαιώματος στην άμβλωση, τον οποίο εμπαίζανε οι αντίπαλοί του στις προκριματικές των Ρεπουμπλικάνων; Ή είναι ο εξτρεμιστής της δεξιάς που είναι βαθιά προσηλωμένος στις δρακόντειες δημοσιονομικές περικοπές;
Γεννηθείς το 1947 στο Ντιτρόιτ, την πρωτεύουσα του αυτοκινήτου στο Μίσιγκαν, στις βόρειες ΗΠΑ, ο Ουίλαρντ Μιτ Ρόμνεϊ έρχεται αντιμέτωπος με την πολιτική στα 15 του χρόνια, όταν συνοδεύει τον πατέρα του Τζορτζ στην επιτυχημένη προεκλογική του εκστρατεία για τη θέση του κυβερνήτη. Ο γιος Ρόμνεϊ θα δει αργότερα την αποτυχία του πατέρα του απέναντι στον Ρίτσαρντ Νίξον στις προκριματικές εκλογές του 1968. Την σύζυγό του, Αν Ντέιβις, την συναντάει το 1965. Εκείνη είναι μόλις 15 ετών. Οι δύο νεαροί ερωτευμένοι θα παντρευτούν το 1969 όταν επιστρέψει ο Ρόμνεϊ από την ιεραποστολή του στη Γαλλία για δυόμισι χρόνια: Χάβρη, Μπορντό και Παρίσι. Για τριάντα μήνες, ο Ρόμνεϊ εργάζεται από το πρωί ως το βράδυ για να προσηλυτίσει τους Γάλλους σε αυτήν την θρησκεία που προέρχεται από την Αμερική. Τον Ιούνιο του 1968, ένα αυτοκίνητο πέφτει πάνω στο Citroen DS που οδηγεί. Ένας χωροφύλακας τον κηρύσσει νεκρό. Η συνοδηγός του στο αυτοκίνητο πεθαίνει, αλλά ο Ρόμνεϊ γλιτώνει από το δυστύχημα.
Μόλις επιστρέφει, το ζευγάρι εγκαθίσταται στο Μπέλμοντ, κοντά στη Βοστόνη, στη Μασαχουσέτη, όπου ο Ρόμνεϊ μπαίνει στο καλύτερο πανεπιστήμιο στη χώρα, το Χάρβαρντ, από όπου παίρνει δύο μάστερ στη διοίκηση επιχειρήσεων και στο δίκαιο το 1975. Ως ανερχόμενο αστέρι στον τομέα των συμβούλων, εισέρχεται στον όμιλο Boston Consulting Group και στη συνέχεια στην Bain & Company το 1977, όπου εντυπωσιάζει τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο Μπιλ Μπέιν, ο οποίος του εμπιστεύεται τη διεύθυνση μιας νέας εταιρείας, της Bain Capital, το 1984.
Για 15 χρόνια, η Bain Capital αποφέρει πλούτο στον Μιτ Ρόμνεϊ και του χαρίζει τη φήμη του λαμπρού επιχειρηματία, την οποία επικαλείται σήμερα για να επιλύσει τα προβλήματα της χώρας. «Πέρασα τη ζωή μου στον ιδιωτικό τομέα, όχι στον δημόσιο. Είμαι ένας άνθρωπος που με την εμπειρία του θέλει να βοηθήσει τους Αμερικανούς», επαναλαμβάνει.
Οι τοποθετήσεις των κεφαλαίων της Bain Capital σημειώνουν μεγάλες επιτυχίες, όπως αυτή των καταστημάτων με έπιπλα γραφείου Staples, αλλά ορισμένες πολύ προσοδοφόρες για τους επενδυτές τους αναδιαρθρώσεις θα οδηγήσουν σε απολύσεις, οι οποίες θα ζημιώσουν τον απολογισμό του υποψηφίου για τις προεδρικές εκλογές.
Άλλη μια επιτυχία που εγγράφεται επίσης στο βιογραφικό του Ρόμνεϊ είναι όταν το 1999 εγκαταλείπει την Bain Capital για να αναλάβει τη διάσωση των χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Σολτ Λέικ Σίτι το 2002, όπου επιτυγχάνει την αποκατάσταση της ισορροπίας των δημοσιονομικών τους.
Όμως ο Μιτ έχει και καρδιά και τα κοντινά του πρόσωπα κινητοποιήθηκαν κατά την προεκλογική του εκστρατεία για να περιγράψουν στους ψηφοφόρους τον «πραγματικό» Ρόμνεϊ: το πειραχτήρι, τον απερίσπαστο και ακέραιο άνθρωπο.
Οι προεκλογικές του συγκεντρώσεις ξεκινούν με μια ταινία με ανάμεικτα οικογενειακά βίντεο και συνεντεύξεις-εξομολογήσεις, στις οποίες ο Μιτ και η Αν διηγούνται με δάκρυα στα μάτια τα πρώτα τους ραντεβού, μιλούν για την σκλήρυνση κατά πλάκας της Αν και για τις δουλειές του ποδαριού που έκανε ο Μιτ για να βγάλει μερικά δολάρια.
Η γενναιοδωρία του Μιτ δεν είναι ψεύτικη, διηγούνται ο Σκοτ Χέλμαν και ο Μάικλ Κράνις στην βιογραφία που έγραψαν «Ο Πραγματικός Ρόμνεϊ» (The Real Romney).
Από το 1986 ως το 1994, ο Μιτ Ρόμνεϊ ηγείται του αντίστοιχου της επισκοπής για τους μορμόνους στην Βοστόνη, ένα αξίωμα διοικητικό και θρησκευτικό που τον οδηγεί να βοηθήσει τα μέλη του εκκλησιάσματός του.
Σε ιδιωτικό επίπεδο, αυξάνει τις αλτρουιστικές του πράξεις, χρηματοδοτώντας τις σπουδές των παιδιών μιας οικογένειας που έχει ανάγκη, ή ξαγρυπνώντας στο προσκέφαλο στο νοσοκομείο ενός μικρού αγοριού που είναι καταδικασμένο από τη λευχαιμία.
Όμως ο Ρόμνεϊ ασκεί επίσης πιέσεις σε μια ανύπανδρη μητέρα να εμπιστευτεί το παιδί που θα γεννήσει στην υπηρεσία υιοθεσιών της εκκλησίας, το οποίο αυτή αρνείται. Ο Μιτ Ρόμνεϊ ελπίζει τώρα πια στο επιστέγασμα της επιτυχημένης του πορείας: να γίνει ο πρώτος μορμόνος πρόεδρος των ΗΠΑ. Αυτό ήταν το μόνο αποτυχημένο στάδιο της σταδιοδρομίας του πατέρα του.
2.11.12
Economist: Να ψηφιστεί ο "διάβολος που γνωρίζουμε".
Ο Economist, το βρετανικό εβδομαδιαίο περιοδικό που ασκεί σημαντική επιρροή στον κόσμο των επιχειρήσεων, κάλεσε σήμερα να ψηφιστεί, με λιγότερο όμως ενθουσιασμό από ότι το 2008, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα "ο διάβολος που γνωρίζουμε".
Το φιλελεύθερο περιοδικό, που κυκλοφορεί κάθε Παρασκευή, εκτιμά σε κύριο άρθρο που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του ότι η αντίπαλος του Μπαράκ Ομπάμα, ο Ρεπουμπλικάνος Μιτ Ρόμνεϊ "δεν κάνει για τη δουλειά αυτή".
FOUR years ago, The Economist endorsed Barack Obama for the White House with enthusiasm. So did millions of voters. Next week Americans will trudge to the polls far less hopefully. So (in spirit at least) will this London-based newspaper. Having endured a miserably negative campaign, the world’s most powerful country now has a much more difficult decision to make than it faced four years ago.
That is in large part because of the woeful nature of Mr Obama’s campaign. A man who once personified hope and centrism set a new low by unleashing attacks on Mitt Romney even before the first Republican primary. Yet elections are about choosing somebody to run a country. And this choice turns on two questions: how good a president has Mr Obama been, especially on the main issues of the economy and foreign policy? And can America really trust the ever-changing Mitt Romney to do a better job? On that basis, the Democrat narrowly deserves to be re-elected.
The changeling
Mr Obama’s first term has been patchy. On the economy, the most powerful argument in his favour is simply that he stopped it all being a lot worse. America was in a downward economic spiral when he took over, with its banks and carmakers in deep trouble and unemployment rising at the rate of 800,000 a month. His responses—an aggressive stimulus, bailing out General Motors and Chrysler, putting the banks through a sensible stress test and forcing them to raise capital (so that they are now in much better shape than their European peers)—helped avert a Depression. That is a hard message to sell on the doorstep when growth is sluggish and jobs scarce; but it will win Mr Obama some plaudits from history, and it does from us too.
Two other things count, on balance, in his favour. One is foreign policy, where he was also left with a daunting inheritance. Mr Obama has refocused George Bush’s “war on terror” more squarely on terrorists, killing Osama bin Laden, stepping up drone strikes (perhaps too liberally, see article) and retreating from Iraq and Afghanistan (in both cases too quickly for our taste). After a shaky start with China, American diplomacy has made a necessary “pivot” towards Asia. By contrast, with both the Israeli-Palestinian dispute and his “reset” with Russia, he overreached and underdelivered. Iran has continued its worrying crawl towards nuclear weapons.
All these problems could have been anticipated. The Arab spring could not. Here Mr Obama can point to the ousting of tyrants in Egypt and Libya, but he has followed events rather than shaping them, nowhere more so than with the current carnage in Syria. Compared with, say, George Bush senior, who handled the end of the cold war, this aloof, disengaged man is no master diplomat; set beside the younger Bush, however, Mr Obama has been a safe pair of hands.
The other qualified achievement is health reform. Even to a newspaper with no love for big government, the fact that over 40m people had no health coverage in a country as rich as America was a scandal. “Obamacare” will correct that, but Mr Obama did very little to deal with the system’s other flaw—its huge and unaffordable costs. He surrendered too much control to left-wing Democrats in Congress. As with the gargantuan Dodd-Frank reform of Wall Street, Obamacare has generated a tangle of red tape—and left business to deal with it all.
It is here that our doubts about Mr Obama set in. No administration in many decades has had such a poor appreciation of commerce. Previous Democrats, notably Bill Clinton, raised taxes, but still understood capitalism. Bashing business seems second nature to many of the people around Mr Obama. If he has appointed some decent people to his cabinet—Hillary Clinton at the State Department, Arne Duncan at education and Tim Geithner at the Treasury—the White House itself has too often seemed insular and left-leaning. The obstructive Republicans in Congress have certainly been a convenient excuse for many of the president’s failures, but he must also shoulder some blame. Mr Obama spends regrettably little time buttering up people who disagree with him; of the 104 rounds of golf the president has played in office, only one was with a Republican congressman.
Above all, Mr Obama has shown no readiness to tackle the main domestic issue confronting the next president: America cannot continue to tax like a small government but spend like a big one. Mr Obama came into office promising to end “our chronic avoidance of tough decisions” on reforming its finances—and then retreated fast, as he did on climate change and on immigration. Disgracefully, he ignored the suggestions of the bipartisan Bowles-Simpson deficit commission that he himself set up. More tellingly, he has failed to lay out a credible plan for what he will do in the next four years. Virtually his entire campaign has been spent attacking Mr Romney, usually for his wealth and success in business.
Many a Mitt makes a muddle
Mr Obama’s shortcomings have left ample room for a pragmatic Republican, especially one who could balance the books and overhaul government. Such a candidate briefly flickered across television screens in the first presidential debate. This newspaper would vote for that Mitt Romney, just as it would for the Romney who ran Democratic Massachusetts in a bipartisan way (even pioneering the blueprint for Obamacare). The problem is that there are a lot of Romneys and they have committed themselves to a lot of dangerous things.
Take foreign policy. In the debates Mr Romney stuck closely to the president on almost every issue. But elsewhere he has repeatedly taken a more bellicose line. In some cases, such as Syria and Russia (see article), this newspaper would welcome a more robust position. But Mr Romney seems too ready to bomb Iran, too uncritically supportive of Israel and cruelly wrong in his belief in “the Palestinians not wanting to see peace”. The bellicosity could start on the first day of his presidency, when he has vowed to list China as a currency manipulator—a pointless provocation to its new leadership that could easily degenerate into a trade war.
Or take reducing the deficit and reforming American government. Here there is more to like about Mr Romney. He generally believes in the smaller state we would rather see; he would slash red tape and his running-mate, Paul Ryan, has dared to broach much-needed entitlement reform.
Yet far from being the voice of fiscal prudence, Mr Romney wants to start with huge tax cuts (which will disproportionately favour the wealthy), while dramatically increasing defence spending. Together those measures would add $7 trillion to the ten-year deficit. He would balance the books through eliminating loopholes (a good idea, but he will not specify which ones) and through savage cuts to programmes that help America’s poor (a bad idea, which will increase inequality still further). At least Mr Obama, although he distanced himself from Bowles-Simpson, has made it clear that any long-term solution has to involve both entitlement reform and tax rises. Mr Romney is still in the cloud-cuckoo-land of thinking you can do it entirely through spending cuts: the Republican even rejected a ratio of ten parts spending cuts to one part tax rises. Backing business is important, but getting the macroeconomics right matters far more.
Mr Romney’s more sensible supporters explain his fiscal policies away as necessary rubbish, concocted to persuade the fanatics who vote in the Republican primaries: the great flipflopper, they maintain, does not mean a word of it. Of course, he knows in current circumstances no sane person would really push defence spending, projected to fall below 3% of GDP, to 4%; of course President Romney would strike a deal that raises overall tax revenues, even if he cuts tax rates.
You’d better believe him
However, even if you accept that Romneynomics may be more numerate in practice than it is in theory, it is far harder to imagine that he will reverse course entirely. When politicians get elected they tend to do quite a lot of the things they promised during their campaigns. François Hollande, France’s famously pliable new president, was supposed to be too pragmatic to introduce a 75% top tax rate, yet he is steaming ahead with his plan. We weren’t fooled by the French left; we see no reason why the American right will be more flexible. Mr Romney, like Mr Hollande, will have his party at his back—and a long record of pandering to them.
Indeed, the extremism of his party is Mr Romney’s greatest handicap. The Democrats have their implacable fringe too: look at the teachers’ unions. But the Republicans have become a party of Torquemadas, forcing representatives to sign pledges never to raise taxes, to dump the chairman of the Federal Reserve and to embrace an ever more Southern-fried approach to social policy. Under President Romney, new conservative Supreme Court justices would try to overturn Roe v Wade, returning abortion policy to the states. The rights of immigrants (who have hardly had a good deal under Mr Obama) and gays (who have) would also come under threat. This newspaper yearns for the more tolerant conservatism of Ronald Reagan, where “small government” meant keeping the state out of people’s bedrooms as well as out of their businesses. Mr Romney shows no sign of wanting to revive it.
The devil we know
We very much hope that whichever of these men wins office will prove our pessimism wrong. Once in the White House, maybe the Romney of the mind will become reality, cracking bipartisan deals to reshape American government, with his vice-president keeping the headbangers in the Republican Party in line. A re-elected President Obama might learn from his mistakes, clean up the White House, listen to the odd businessman and secure a legacy happier than the one he would leave after a single term. Both men have it in them to be their better selves; but the sad fact is that neither candidate has campaigned as if that is his plan.
As a result, this election offers American voters an unedifying choice. Many of The Economist’s readers, especially those who run businesses in America, may well conclude that nothing could be worse than another four years of Mr Obama. We beg to differ. For all his businesslike intentions, Mr Romney has an economic plan that works only if you don’t believe most of what he says. That is not a convincing pitch for a chief executive. And for all his shortcomings, Mr Obama has dragged America’s economy back from the brink of disaster, and has made a decent fist of foreign policy. So this newspaper would stick with the devil it knows, and re-elect him.
Στη φυλακή.
Αν το επίσημο Κράτος λειτουργούσε και μπορούσε να διακρίνει τους Επιχειρηματίες με το έψιλον κεφαλαίο από τους "επιχειρηματίες" λαμόγια, τότε πολλά από τα δεινά που ζούμε θα τα είχαμε αποφύγει. Το πρότυπο του νέου επιχειρηματία με τα αστραφτερά αυτοκίνητα, τα πούρα και τις βίζιτες, που λιάζεται στη Μύκονο αλλά κατακλέβει το Δημόσιο, είναι (και) αυτό που οδήγησε τη δύσμοιρη χώρα στον πάτο. Άντε λοιπόν στη φυλακή, αλλά όπως ο πολύς Μπέρναρντ Μέιντοφ που εκτίει κάθειρξη 150 ετών επειδή έπαιξε και έχασε στις αγορές, πολλά δισ. δολάρια των αμερικανών πολιτών.
Worth
Στη 13η θέση της λίστας των 100 πιο ισχυρών παραγόντων στην παγκόσμια οικονομία, βρίσκεται ο πρωθυπουργός, Αντώνης Σαμαράς, σύμφωνα με το περιοδικό ''WORTH'', για τις διεθνείς αγορές.
Στη 12η θέση, πάνω από τον Αντώνη Σαμαρά, βρίσκεται ο Ισπανός πρωθυπουργός , Μαριάνο Ραχόι, μετά από τον Μάριο Ντράγκι, Άνγκελα Μέρκελ, τον Μπαράκ Ομπάμα και την Κριστίν Λαγκάρντ.
Στη 12η θέση, πάνω από τον Αντώνη Σαμαρά, βρίσκεται ο Ισπανός πρωθυπουργός , Μαριάνο Ραχόι, μετά από τον Μάριο Ντράγκι, Άνγκελα Μέρκελ, τον Μπαράκ Ομπάμα και την Κριστίν Λαγκάρντ.
30.10.12
Δημοκρατικό μέτωπο ή οπισθοδρόμηση.
Παρέμβαση του κ. Μιχάλη Χρυσοχοίδη
Οι νεότεροι ίσως δεν γνωρίζουν, αλλά τη δεκαετία του ΄70 ακουγόταν παράταιρο αν κάποιος δήλωνε «κεντροαριστερός» και ταυτόχρονα τασσόταν υπέρ της ένταξης της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ.
Το ίδιο περίεργο και αντιφατικό μοιάζει σήμερα σε μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας να αυτοπροσδιορίζεται κάποιος ως «κεντροαριστερός» την ίδια στιγμή που υπερασπίζεται την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, μέσα από την δίκαιη εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής. Και τότε και σήμερα, προσωπικότητες και πολιτικοί σχηματισμοί φάνταζαν «αιρετικοί» απέναντι στην δεσπόζουσα «ορθοδοξία».
Η κυρίαρχη αντίληψη, όμως, είναι αυτή που τελικά καθορίζει και την πολιτική γεωγραφία σε κάθε ιστορική συγκυρία. Και αυτή τη διαμορφώνουν τα μεγάλα εθνικά, κοινωνικά και πολιτικά γεγονότα που λειτουργούν ως καταλύτες προξενώντας τεκτονικές αλλαγές στο πολιτικό σύστημα.
Είναι τότε που οι διαχωριστικές γραμμές του χτες πέφτουν ή επανακαθορίζονται μπροστά στην επιτακτική ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι σύγχρονες προκλήσεις.
Οι πολιτικές δυνάμεις που δεν το αντιλαμβάνονται ή δεν μπορούν να ανταποκριθούν έχουν σίγουρο προορισμό το «νεκροταφείο» της Ιστορίας, ακόμα και αν ήταν κυρίαρχες μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Το παράδειγμα της Ένωσης Κέντρου είναι χαρακτηριστικό. Στον αντίποδα βρέθηκαν το ΠΑΣΟΚ, αλλά σε κάποιο βαθμό και η Ν.Δ. που διεύρυνε τότε τα όρια της παραδοσιακής δεξιάς προς το κέντρο. Περίπου 40 χρόνια μετά, το ιστορικό γεγονός της κρίσης χρέους παράγει τέτοιου μεγέθους ανατροπές.
Ας τολμήσουμε μερικές παραδοχές για τη σημερινή πραγματικότητα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή φαίνεται να παγιώνει τη θέση του ως κυρίαρχη πολιτική δύναμη στο χώρο της «κεντροαριστεράς». Πολλοί το αμφισβητούν. Τι σχέση έχει ο ΣΥΡΙΖΑ με την Κεντροαριστερά;
Δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ ένα λαϊκιστικό κόμμα; Σαφώς και είναι.
Αυτή η άποψη, όμως, δεν αναιρεί τη θέση ότι σε μεγάλο μέρος της κοινωνίας καταγράφεται ως η νέα «κεντροαριστερά». Ας μην συγχέεται όμως με το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ’70, που παρά τα λαϊκιστικά χαρακτηριστικά του, ανταποκρινόταν σε ιστορικά αιτήματα του ελληνικού λαού. Οι κοινωνικές ανάγκες, τα πολιτικά δεδομένα και τα διακυβεύματα πριν 30 χρόνια ήταν τελείως διαφορετικά με τα σημερινά.
Σήμερα, το δημόσιο συμφέρον δεν έχει καμία σχέση με τον κρατισμό και την ανάπτυξη με δανεικά. Δεν υπάρχει πια κανένα περιθώριο για αυταπάτες ούτε για την διαιώνιση του πελατειακού κράτους με άλλο όνομα.
Απέναντι σ’ αυτό το φαινόμενο, υπάρχουν πολιτικές διεργασίες για την ανασύσταση του χώρου της «κεντροαριστεράς» ή της «σοσιαλδημοκρατίας», εντός και εκτός ΠΑΣΟΚ. Αναμφίβολα, είναι γόνιμες και δημιουργικές. Ωστόσο, στο βαθμό που αποδέχονται τις βασικές δεσμεύσεις της χώρας για την παραμονή στην ευρωζώνη, αποτελούν περισσότερο, στη σημερινή συγκυρία, ένα κομμάτι της ευρύτερης πολιτικής και κοινωνικής συμμαχίας των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων.
Δεν υπάρχει η πολυτέλεια, πολύ περισσότερο δεν αποτελεί καν ένα μαζικό κοινωνικό ζητούμενο, η δημιουργία ενός ή περισσοτέρων νέων «ΚΟΔΗΣΟ».
Παράλληλα, ραγδαίες αλλαγές συμβαίνουν και στον ευρύτερο χώρο της Κεντροδεξιάς. Η γέννηση ενός ισχυρού λαϊκιστικού μπλοκ μέσα από τα σπλάχνα της, καθώς και οι επιμέρους διαφοροποιήσεις εντός της Ν.Δ, το καταδεικνύουν. Και βέβαια, πάνω από το νέο πολιτικό τοπίο πλανάται πλέον το φάντασμα του φασισμού της Χ.Α.
Στο πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται, αναδύεται όλο και πιο επιτακτικά η ανάγκη για τη δημιουργία ενός συνεκτικού, δημοκρατικού και ευρωπαϊκού μετώπου απέναντι στο λαϊκισμό που υπονομεύει την εθνική προσπάθεια και τον φανατισμό των άκρων που απειλεί τη Δημοκρατία.
Το διακύβευμα για τη χώρα είναι ένα. Η διασφάλιση της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας στο πλαίσιο μίας ευρείας και κοινωνικά δίκαιης οικονομικής ανασυγκρότησης και η επαναθέσμιση της ελληνικής πολιτείας στο πρότυπο ενός σύγχρονου Κράτους Δικαίου.
Μόνο έτσι θα υπερασπιστούμε τη Δημοκρατία και θα στείλουμε ξανά στο περιθώριο τον φασισμό και των φανατισμό των άκρων.
Αυτά θα επιτευχθούν μόνο υπό μία προϋπόθεση, μία ιστορική κατάκτηση: την πολιτική και κοινωνική ενότητα όλων των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων.
Τα ορφανά του Σοσιαλισμού.
Το να λέει κανείς στην κοινωνία ότι εκπροσωπεί το ΠΑΣΟΚ είναι σαν να δηλώνει ζηλωτής χριστιανός σε συνάθροιση φανατικών μουσουλμάνων. Αυτό από μόνο του δημιουργεί ένα κενό στην πολιτική ζωή. Ένα κενό που σπεύδουν να το καλύψουν ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΔΗΜΑΡ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ πιο κοντά στην γραμμή του τερματισμού. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ένα μεγάλο κομμάτι του παλαιοκομματικού ΠΑΣΟΚ έσπευσε να ενταχθεί στο ΣΥΡΙΖΑ. Το ένστικτο των μπαρουτοκαπνισμένων συνδικαλιστών και λοιπών αγωνιστών των άλλοτε κραταιών κλαδικών και τοπικών οργανώσεων του Κινήματος είναι σχεδόν αλάνθαστο.
Ιστορικά το κόμμα του κ. Τσίπρα ίσως κληθεί να διαδραματίσει τον ρόλο που παίζει η ασφάλεια της χύτρας, η οποία θα πρέπει να ανοιχτεί για να βγει από το σκεύος ο πολύς ατμός. Κάτι που στο παρελθόν έκανε και το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου. Αυτό είναι ένα κοινό χαρακτηριστικό που έλκει πολλούς πρώην οπαδούς του Ανδρέα Παπανδρέου στις γραμμές του κ. Τσίπρα.
Ωστόσο, ο Αλέξης Τσίπρας δεν είναι Ανδρέας Παπανδρέου. Ούτε και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει στελεχιακό δυναμικό ανάλογο με εκείνο που διέθετε το ΠΑΣΟΚ. Θα πει κάποιος ότι κι οι πολιτικοί του αντίπαλοι δεν διαθέτουν αντίστοιχα τα κορυφαία στελέχη που διέθεταν τα μεγάλα κόμματα του παρελθόντος. Είναι κι αυτό ένα από τα συμπτώματα της εποχής μας.
Η ΔΗΜΑΡ, από την άλλη, εκφράζει αυτό που θα λέγαμε ευρωπαϊκό τμήμα της αριστεράς. Είναι σαφές ότι για να μπορέσει ένας αριστερός να διεκδικήσει την εξουσία σε μία ευρωπαϊκή Ελλάδα θα πρέπει κι ο ίδιος να είναι ευρωπαϊστής. Σε διαφορετική περίπτωση η πρακτική του θα οδηγήσει την χώρα με μαθηματική ακρίβεια στο περιθώριο της Ευρώπης. Ή προσαρμόζεται στα ευρωπαϊκά ιδεώδη ή βάζει την χώρα σε περιπέτειες. Η ΔΗΜΑΡ του κ. Κουβέλη έσπευσε, λοιπόν, να εκφράσει πρώτη την ευρωπαϊκή αριστερά. Κι όλα πήγαιναν καλά, μέχρι την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε μία εμφανή στροφή προς πιο ήπιες και πιο φιλοευρωπαϊκές θέσεις. Με άλλα λόγια, η ΔΗΜΑΡ έχασε με την δεξιά στροφή του ΣΥΡΙΖΑ αρκετούς πόντους στο πολιτικό χρηματιστήριο του αριστερού ακροατηρίου.
Αν η πολιτική είναι κι αυτή ένα προϊόν, εκείνο του ΣΥΡΙΖΑ είναι εμφανώς πιο ελκυστικό από της ΔΗΜΑΡ. Στις παρούσες συνθήκες είναι πιο δημοφιλής ο ριζοσπάστης που γίνεται ευρωπαϊστής για να διεκδικήσει με αξιώσεις την εξουσία από κάποιον που είναι απλά και μόνο ευρωπαϊστής. Το πρώτο περιέχει και το στοιχείο της εκτόνωσης...
Στο ερώτημα αν το «σύστημα» προτιμά έναν επαναστάτη Αλέξη ή έναν καλοστεκούμενο Φώτη, η απάντηση είναι ότι δεν υπάρχει πλέον σύστημα. Για την ακρίβεια, δεν υπήρξε ποτέ σύστημα, όπως, τουλάχιστον, το εννοούν στα δυτικά κράτη. Σε κάποιους πολιτικούς κύκλους αισθάνονται πιο άνετα με τον κ. Κουβέλη και θα προτιμούσαν την ΔΗΜΑΡ στην θέση του ΣΥΡΙΖΑ. Όπως και στο παρελθόν προτιμούσαν το ΠΑΣΟΚ του κ. Σημίτη από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου.
Το πρόβλημα γι΄ αυτούς τους κύκλους είναι ότι τα κόμματα δεν δημιουργούνται και δεν μεγαλώνουν με διοικητικές πράξεις ούτε και στην διάρκεια του κουσκούς των κοσμικών εκδηλώσεων. Είναι αποτέλεσμα βαθύτερων διεργασιών, που εκφράζουν ιστορικές αναγκαιότητες και λαϊκές προσδοκίες.
Όσο περνάει ο καιρός, τόσο εδραιώνεται στις τάξεις των οπαδών του κρατισμού η πεποίθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι η δική τους σανίδα σωτηρίας. Κι όσο πιο κοντά βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, τόσο πιο ευρωπαϊκός και στρογγυλεμένος γίνεται ο πολιτικός του λόγος. Πηγαίνοντας προς τα δεξιά ο κ. Τσίπρας βρίσκει μεγαλύτερο ακροατήριο κι αυτό είναι λογικό. Όταν ο πολιτικός του λόγος ταυτιστεί πλήρως με εκείνον του παλαιού ΠΑΣΟΚ, μπορεί να ελπίζει σε ποσοστά εξουσίας. Οι δυσαρεστημένες συνιστώσες μπορούν να εκφράζουν την αντίθετη άποψή τους, αλλά στο μεταξύ η προοπτική της ανάληψης της εξουσίας είναι αρκετά γοητευτική για να επιχειρήσουν έναν ακροβατισμό και να πιέσουν την ηγεσία του κόμματος για επιστροφή σε μία πιο καθαρή από ιδεολογικής άποψης γραμμή.
Το κόμμα του κ. Κουβέλη έχει να αντιμετωπίσει οργανωτικά, ιδεολογικά και... άλλα προβλήματα. Δεν είναι μόνο το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ υπερφαλαγγίζει τις γραμμές του. Είναι κάτι άλλο πιο βαθύ: Αν ο κ. Τσίπρας έχει συγκεντρώσει γύρω του τους κρατιστές του ΠΑΣΟΚ, ο κ. Κουβέλης έχει προσελκύσει αμφιλεγόμενα στελέχη του εκσυγχρονιστικού μπλοκ.
Όσο για το ΠΑΣΟΚ; Το πιο σύντομο ανέκδοτο των ημερών είναι ότι ο κ. Βενιζέλος θα ηγηθεί της αναγέννησης του κόμματος. Το μεγάλο πρόβλημα είναι τι θα κάνουν τα υπόλοιπα πρωτοκλασάτα στελέχη του κόμματος. Κατά πάσα πιθανότητα ούτε εκείνα μπορούν να εγγυηθούν κάτι περισσότερο από εκείνο που κάνει σήμερα ο κ. Βενιζέλος. Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα κόμμα που βρίσκεται στην δύση του ιστορικού του ρόλου. Αν υποθέσουμε ότι στην θέση του κ. Βενιζέλου ήταν ο κ. Λοβέρδος, το αποτέλεσμα δεν θα ήταν διαφορετικό.
Αρχικά υπήρξε μία σκέψη συμπόρευσης με τη ΔΗΜΑΡ του κ. Κουβέλη. Μία λύση που δεν φαίνεται να έχει απήχηση στις λαϊκές μάζες. Και μην έχετε αμφιβολία, μετά από τόσα χρόνια νομής της εξουσίας ξέρουν να διαβάζουν καλά τα δημοσκοπικά αποτελέσματα. Ίσως γι΄ αυτό ξεφύτρωσε στον όμορφο κήπο της πολιτικής μας ζωής η πρόταση για την δημιουργία ενός ευρωπαϊκού κόμματος.
Η Νέα Δημοκρατία φαίνεται να ολοκληρώνει κι αυτή τον ιστορικό της ρόλο. Το δικό της όνομα δεν είναι τόσο απαξιωμένο όσο εκείνο του ΠΑΣΟΚ, αλλά αυτό έχει μάλλον να κάνει με το ότι η Νέα Δημοκρατία είναι ακόμη στην εξουσία. Αν ήταν εκείνη στην θέση του ΠΑΣΟΚ, ίσως τα πράγματα να ήσαν αντίστροφα. Σε αντίθεση με το όνομα του κ. Σαμαρά, το οποίο ανεβαίνει στην εκτίμηση των δεξιών και των κεντρώων ψηφοφόρων. Κι εδώ ακριβώς φαίνεται ότι έχουμε ένα deal! Ο κ. Σαμαράς προσπαθεί να φτιάξει το προφίλ ενός ικανού πρωθυπουργού, αλλά δεν έχει στελέχη. Κι οι παλαιοί υπουργοί του ΠΑΣΟΚ ξέρουν καλά την δουλειά, αλλά στερούνται ενός αρχηγού.
Η ζωή είναι όμορφη γιατί είναι και απρόβλεπτη. Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πριν από δύο μήνες ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα μιλούσε για την Ευρώπη των φορολογουμένων, αφήνοντας στην άκρη τις υστερικές κραυγές για την Ευρώπη των τοκογλύφων; Ούτε και τον Λοβέρδο θα μπορούσε να φανταστεί σε ένα κόμμα με αρχηγό τον Αντώνη Σαμαρά! Σε κάθε περίπτωση η κρίση δημιουργεί νέες ανάγκες και νέα σενάρια. Ακόμη κι αυτά που μόλις διαβάσατε μπορεί να έχουν ξεπεραστεί μέσα σε λίγες μόλις ημέρες!
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ πιο κοντά στην γραμμή του τερματισμού. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ένα μεγάλο κομμάτι του παλαιοκομματικού ΠΑΣΟΚ έσπευσε να ενταχθεί στο ΣΥΡΙΖΑ. Το ένστικτο των μπαρουτοκαπνισμένων συνδικαλιστών και λοιπών αγωνιστών των άλλοτε κραταιών κλαδικών και τοπικών οργανώσεων του Κινήματος είναι σχεδόν αλάνθαστο.
Ιστορικά το κόμμα του κ. Τσίπρα ίσως κληθεί να διαδραματίσει τον ρόλο που παίζει η ασφάλεια της χύτρας, η οποία θα πρέπει να ανοιχτεί για να βγει από το σκεύος ο πολύς ατμός. Κάτι που στο παρελθόν έκανε και το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου. Αυτό είναι ένα κοινό χαρακτηριστικό που έλκει πολλούς πρώην οπαδούς του Ανδρέα Παπανδρέου στις γραμμές του κ. Τσίπρα.
Ωστόσο, ο Αλέξης Τσίπρας δεν είναι Ανδρέας Παπανδρέου. Ούτε και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει στελεχιακό δυναμικό ανάλογο με εκείνο που διέθετε το ΠΑΣΟΚ. Θα πει κάποιος ότι κι οι πολιτικοί του αντίπαλοι δεν διαθέτουν αντίστοιχα τα κορυφαία στελέχη που διέθεταν τα μεγάλα κόμματα του παρελθόντος. Είναι κι αυτό ένα από τα συμπτώματα της εποχής μας.
Η ΔΗΜΑΡ, από την άλλη, εκφράζει αυτό που θα λέγαμε ευρωπαϊκό τμήμα της αριστεράς. Είναι σαφές ότι για να μπορέσει ένας αριστερός να διεκδικήσει την εξουσία σε μία ευρωπαϊκή Ελλάδα θα πρέπει κι ο ίδιος να είναι ευρωπαϊστής. Σε διαφορετική περίπτωση η πρακτική του θα οδηγήσει την χώρα με μαθηματική ακρίβεια στο περιθώριο της Ευρώπης. Ή προσαρμόζεται στα ευρωπαϊκά ιδεώδη ή βάζει την χώρα σε περιπέτειες. Η ΔΗΜΑΡ του κ. Κουβέλη έσπευσε, λοιπόν, να εκφράσει πρώτη την ευρωπαϊκή αριστερά. Κι όλα πήγαιναν καλά, μέχρι την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε μία εμφανή στροφή προς πιο ήπιες και πιο φιλοευρωπαϊκές θέσεις. Με άλλα λόγια, η ΔΗΜΑΡ έχασε με την δεξιά στροφή του ΣΥΡΙΖΑ αρκετούς πόντους στο πολιτικό χρηματιστήριο του αριστερού ακροατηρίου.
Αν η πολιτική είναι κι αυτή ένα προϊόν, εκείνο του ΣΥΡΙΖΑ είναι εμφανώς πιο ελκυστικό από της ΔΗΜΑΡ. Στις παρούσες συνθήκες είναι πιο δημοφιλής ο ριζοσπάστης που γίνεται ευρωπαϊστής για να διεκδικήσει με αξιώσεις την εξουσία από κάποιον που είναι απλά και μόνο ευρωπαϊστής. Το πρώτο περιέχει και το στοιχείο της εκτόνωσης...
Στο ερώτημα αν το «σύστημα» προτιμά έναν επαναστάτη Αλέξη ή έναν καλοστεκούμενο Φώτη, η απάντηση είναι ότι δεν υπάρχει πλέον σύστημα. Για την ακρίβεια, δεν υπήρξε ποτέ σύστημα, όπως, τουλάχιστον, το εννοούν στα δυτικά κράτη. Σε κάποιους πολιτικούς κύκλους αισθάνονται πιο άνετα με τον κ. Κουβέλη και θα προτιμούσαν την ΔΗΜΑΡ στην θέση του ΣΥΡΙΖΑ. Όπως και στο παρελθόν προτιμούσαν το ΠΑΣΟΚ του κ. Σημίτη από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου.
Το πρόβλημα γι΄ αυτούς τους κύκλους είναι ότι τα κόμματα δεν δημιουργούνται και δεν μεγαλώνουν με διοικητικές πράξεις ούτε και στην διάρκεια του κουσκούς των κοσμικών εκδηλώσεων. Είναι αποτέλεσμα βαθύτερων διεργασιών, που εκφράζουν ιστορικές αναγκαιότητες και λαϊκές προσδοκίες.
Όσο περνάει ο καιρός, τόσο εδραιώνεται στις τάξεις των οπαδών του κρατισμού η πεποίθηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι η δική τους σανίδα σωτηρίας. Κι όσο πιο κοντά βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, τόσο πιο ευρωπαϊκός και στρογγυλεμένος γίνεται ο πολιτικός του λόγος. Πηγαίνοντας προς τα δεξιά ο κ. Τσίπρας βρίσκει μεγαλύτερο ακροατήριο κι αυτό είναι λογικό. Όταν ο πολιτικός του λόγος ταυτιστεί πλήρως με εκείνον του παλαιού ΠΑΣΟΚ, μπορεί να ελπίζει σε ποσοστά εξουσίας. Οι δυσαρεστημένες συνιστώσες μπορούν να εκφράζουν την αντίθετη άποψή τους, αλλά στο μεταξύ η προοπτική της ανάληψης της εξουσίας είναι αρκετά γοητευτική για να επιχειρήσουν έναν ακροβατισμό και να πιέσουν την ηγεσία του κόμματος για επιστροφή σε μία πιο καθαρή από ιδεολογικής άποψης γραμμή.
Το κόμμα του κ. Κουβέλη έχει να αντιμετωπίσει οργανωτικά, ιδεολογικά και... άλλα προβλήματα. Δεν είναι μόνο το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ υπερφαλαγγίζει τις γραμμές του. Είναι κάτι άλλο πιο βαθύ: Αν ο κ. Τσίπρας έχει συγκεντρώσει γύρω του τους κρατιστές του ΠΑΣΟΚ, ο κ. Κουβέλης έχει προσελκύσει αμφιλεγόμενα στελέχη του εκσυγχρονιστικού μπλοκ.
Όσο για το ΠΑΣΟΚ; Το πιο σύντομο ανέκδοτο των ημερών είναι ότι ο κ. Βενιζέλος θα ηγηθεί της αναγέννησης του κόμματος. Το μεγάλο πρόβλημα είναι τι θα κάνουν τα υπόλοιπα πρωτοκλασάτα στελέχη του κόμματος. Κατά πάσα πιθανότητα ούτε εκείνα μπορούν να εγγυηθούν κάτι περισσότερο από εκείνο που κάνει σήμερα ο κ. Βενιζέλος. Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα κόμμα που βρίσκεται στην δύση του ιστορικού του ρόλου. Αν υποθέσουμε ότι στην θέση του κ. Βενιζέλου ήταν ο κ. Λοβέρδος, το αποτέλεσμα δεν θα ήταν διαφορετικό.
Αρχικά υπήρξε μία σκέψη συμπόρευσης με τη ΔΗΜΑΡ του κ. Κουβέλη. Μία λύση που δεν φαίνεται να έχει απήχηση στις λαϊκές μάζες. Και μην έχετε αμφιβολία, μετά από τόσα χρόνια νομής της εξουσίας ξέρουν να διαβάζουν καλά τα δημοσκοπικά αποτελέσματα. Ίσως γι΄ αυτό ξεφύτρωσε στον όμορφο κήπο της πολιτικής μας ζωής η πρόταση για την δημιουργία ενός ευρωπαϊκού κόμματος.
Η Νέα Δημοκρατία φαίνεται να ολοκληρώνει κι αυτή τον ιστορικό της ρόλο. Το δικό της όνομα δεν είναι τόσο απαξιωμένο όσο εκείνο του ΠΑΣΟΚ, αλλά αυτό έχει μάλλον να κάνει με το ότι η Νέα Δημοκρατία είναι ακόμη στην εξουσία. Αν ήταν εκείνη στην θέση του ΠΑΣΟΚ, ίσως τα πράγματα να ήσαν αντίστροφα. Σε αντίθεση με το όνομα του κ. Σαμαρά, το οποίο ανεβαίνει στην εκτίμηση των δεξιών και των κεντρώων ψηφοφόρων. Κι εδώ ακριβώς φαίνεται ότι έχουμε ένα deal! Ο κ. Σαμαράς προσπαθεί να φτιάξει το προφίλ ενός ικανού πρωθυπουργού, αλλά δεν έχει στελέχη. Κι οι παλαιοί υπουργοί του ΠΑΣΟΚ ξέρουν καλά την δουλειά, αλλά στερούνται ενός αρχηγού.
Η ζωή είναι όμορφη γιατί είναι και απρόβλεπτη. Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πριν από δύο μήνες ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα μιλούσε για την Ευρώπη των φορολογουμένων, αφήνοντας στην άκρη τις υστερικές κραυγές για την Ευρώπη των τοκογλύφων; Ούτε και τον Λοβέρδο θα μπορούσε να φανταστεί σε ένα κόμμα με αρχηγό τον Αντώνη Σαμαρά! Σε κάθε περίπτωση η κρίση δημιουργεί νέες ανάγκες και νέα σενάρια. Ακόμη κι αυτά που μόλις διαβάσατε μπορεί να έχουν ξεπεραστεί μέσα σε λίγες μόλις ημέρες!
26.10.12
Για μια άλλη πολιτική επικοινωνία.
Σημειώσεις από διαλέξεις του εξαίρετου καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης κ. Γ. Μεταξά.
Εκκινώντας από μια απλουστευτική διάζευξη, δύο κύριες μορφές επικοινωνίας καταγράφονται στον χώρο της πολιτικής ζωής: η ωραιοποιητική (κατά Πλάτωνα καλλυντική) και η ενημερωτική.
Η πρώτη, η ωραιοποιητική, προσβλέπει στο να προσελκύσει - όπως το ρήμα απροσχημάτιστα δηλώνει - κάποιους στη βάση της ευχαρίστησης που θα τους προκαλέσει αυτό που βλέπουν, διαβάζουν, ακούνε ή και φαντάζονται.
Ετσι υφαρπάζεται η συγκατάθεσή τους για κάτι, ενώ έχουν τη συναρπαστική ψευδαίσθηση ότι ανεπηρέαστα προσχωρούν σε αυτό που τους προτείνεται.
Η άλλη επικοινωνία, η ενημερωτική, προϋποθέτει ότι μας πληροφορούν τόσο πάνω στα γεγονότα όσο και πάνω στις εντυπώσεις που προκαλούνται από αυτά, ευχάριστες ή δυσάρεστες. Ο,τι λέγεται δείχνει να είναι λογικά ελέγξιμο ώστε συγκρινόμενο με άλλη υπόθεση να προσλαμβάνεται κριτικά.
Στον τόπο μας η κατά κανόνα κυρίαρχη πολιτική επικοινωνία είναι η ωραιοποιητική. Εξ απαλών ονύχων, εγκοινωνιζόμεθα στο να προστρέχουμε σε ό,τι μας ευχαριστεί και να προσπερνάμε γρήγορα ό,τι μας δυσκολεύει, εκτρέποντάς το προς έναν άλλο χώρο του χρόνου στον οποίο δεν μετέχουμε. Εχοντας μάθει να επιδιώκουμε με κάθε τρόπο την ικανοποίηση των επιφανειακών αναγκών μας, στην «παροντική» «μικρή διάρκεια», αποστρεφόμαστε την υπηρέτηση των αντικειμενικών συμφερόντων της κοινωνίας.
Κατειλημμένοι από τα «εγώ» του σήμερα παραβλέπουμε τα «εμείς» του αύριο περιφρονώντας κάθε ηθική διαχρονία.
Κάτι τέτοιο όμως αποβαίνει εναντίον της ίδιας της ιδέας του ορισμού της Πολιτικής. Εναντίον δηλαδή σε ό,τι οργανωτικά ευγενέστερο φαντάστηκε ο άνθρωπος για να υπηρετήσει τους άλλους.
Σε αυτές τις ώρες όμως, ώρες δυσβάσταχτες, το ερώτημα με ποια επικοινωνία θα βαδίσουμε, με την ωραιοποιητική ή την ενημερωτική, αποβαίνει καίριο. Αυτή τη φορά η προσέλευση των κομμάτων και των ηγεσιών τους ενώπιον του ελληνικού λαού δεν θα γίνει ούτε με αποσιωπήσεις ούτε με αμφισημίες.
Κανείς δεν θα ανεχθεί την εφαρμογή της αρχής της τακτικής ασάφειας ώστε μέσα από έναν πολυσυλλεκτικό λόγο να νομίσει πως ακούει ό,τι επιθυμεί. Σε κάποια ερωτήματα, απολύτως μεταξύ τους διασυνδεδεμένα και συνεξαρτώμενα, ο θυμωμένος λαός θέλει ιδιαίτερα συγκεκριμένες απαντήσεις.
Α. Θα πουν τα κόμματα και οι ηγεσίες τους στους πολίτες αν σκέφτονται, και πώς, να αποϊδιωτικοποιηθούν ώστε να επαναπολιτικοποιηθούν στη βάση ενός γενικού δημοσίου συμφέροντος; Δεν είναι αυτά οι ιστορικά αναντικατάστατοι θεσμικοί διαμεσολαβητές ανάμεσα στην κοινωνία και την εξουσία;
Β. Θα παραδεχθούν ότι για κάποια διακυβεύματα, όσο κι αν επιθυμούν τα κόμματα να προφυλάξουν την ιδεολογική τους ταυτότητα, την «ετερότητά» τους, είναι υποχρεωτικώς «συγκλιτικά»; Και ότι όσο γίνεται ενωμένα και με τη δέουσα αξιοπρέπεια θα αντιμετωπίσουν όσα απαράδεκτα ζητούνται - ενώ υπάρχουν και παραδεκτά - από «Εκείνους» που, υπονομεύοντας με τον έναν ή τον άλλο τρόπο την Πολιτική Ευρώπη, ασκούν ηγεμονευτική επικυριαρχία.
Γ. Θα προχωρήσουν τα κόμματα στον αποεπαρχιωτισμό (τοπικό και θεματικό) του βουλευτικού ρόλου και στην πολυεπίπεδη αποπελατοποίηση του συνόλου του πολιτικού συστήματος ώστε να καταστεί απροσωπόληπτο και λειτουργικό;
Δ. Θα βεβαιώσουν τους πολίτες πόσο είναι ανυποχώρητα αποφασισμένα να επιβάλουν την οργανωσιακή μεταρρύθμιση της Δημόσιας Διοίκησης; Ωστε αυτή να είναι και διεθνώς, δηλαδή αναπτυξιακά και επιχειρησιακά, ανταγωνιστική;
Ε. Θα εγγυηθούν στους πολίτες ότι θα απαιτήσουν από τους πάσης φύσεως διοικητικούς λειτουργούς να εφαρμόζουν τις πολιτικές της εκάστοτε κυβέρνησης και όχι να τις τροποποιούν - με παρανομοθετικές εγκυκλίους - και να ασκούν έτσι, και αντισυνταγματικότατα, διοικητική συγκυβέρνηση;
Ολα τα παραπάνω δεν είναι λεπτομέρειες αλλά συνιστούν τις δομολειτουργικές προϋποθέσεις έναρξης ενός πολιτικού προγράμματος εξόδου από την κρίση.
Αυτή τη φορά ας μην παραβλεφθεί ότι αυτός «ο κόσμος, ο μικρός, ο μέγας», ο μέχρι τώρα απεριόριστα προσωποκεντρικός και ελάχιστα θεματοκεντρικός, δεν φαίνεται να είναι διατεθειμένος, πια, εκ νέου να γητευθεί για να απολαύσει την παραπλάνησή του.
Κι έπειτα, και κάτι ακόμα, το τελευταίο. Αυτή τη φορά δεν τίθεται στην επιλογή του κόσμου θέμα διάσωσης παρωχημένων προσώπων, ό,τι και αν προσέφεραν, ή παράτασης της πολιτικής ζωής όσων εκ τύχης ή εκ λάθους αναδειχθέντων. Ούτε τίθεται ως ενδεχόμενο ότι ο καλύτερα μακιγιαρισμένος θα εκλεγεί. Αυτό που τίθεται είναι η συλλογική διάσωση του «Ολου». Πάνω σ' αυτήν την υπόθεση μελλοντικής επίδοσης ο καθένας θα μετρηθεί.
Ο έλληνας πολίτης - όπως κάθε άλλος νομίζω -, όσο και αν συνειδητοποιεί και τη δική του συνυπαιτιότητα, προσδοκά να ζήσει στο πλαίσιο μιας Ευρωπαϊκής Συμπολιτείας. Και θέλει να πιστεύει πως η χώρα του δεν είναι τόσο μικρή για να μην μπορεί να διεκδικεί έναν ανταλλάξιμο ρόλο για κάποια θέματα για τα οποία και οι πιο μεγάλοι την έχουν ανάγκη.
25.10.12
24.10.12
Η χαμένη αγωνιστικότητα του Τύπου.
Ένα πολύ ωραίο άρθρο του κ. Χρήστου Πασαλάρη, από την Real News της Κυριακής, για την ανεξάρτητη και αδέσμευτη δημοσιογραφία.
ΜΥΡΙΖΕΙ μπαρούτι η δύστυχη πατρίδα, καθώς η τύχη της παίζεται κορώνα - γράμματα στις Βρυξέλλες τις επόμενες 20 μέρες, παρά τα καλά λόγια της Συνόδου Κορυφής. Η υπόκωφη λαϊκή εξέγερση που έχει ξεκινήσει εδώ και δύο χρόνια θα ξεσπάσει καλπάζοντας. Και θα είναι ανοργάνωτη, απροετοίμαστη, ξεκαπέλωτη... Δηλαδή αυτό ακριβώς που τρέμει η ξένη κατοχή. Θα είχε ξεσπάσει από καιρό αν οι φιλήσυχοι νοικοκυραίοι δεν διατηρούσαν έστω και αμυδρές ελπίδες ομαλής εξόδου από τη θανατερή κρίση... Και αν ο ελληνικός Τύπος είχε ξαναβρεί εκείνο τον παλαιό αγωνιστικό εαυτό του... Αλλωστε, αυτό είναι και το θέμα της σημερινής γραφής...
ΘΥΜΙΖΩ λοιπόν ότι λειτουργοί της πέννας ήσαν οι περισσότεροι «μπουρλοτιέρηδες» των εθνικών και κοινωνικών επαναστάσεων, έξη τον αριθμόν. Πρώτος και καλύτερος ο «πατέρας της ελληνικής δημοσιογραφίας», ο ρασοφόρος Θεόκλητος Φαρμακίδης, ο πιο γενναίος μαχητής της ελευθερίας του Τύπου. Τον αναφέρω γιατί σαν σήμερα, στις 21 Οκτωβρίου του 1825, έπλεε σε πελάγη ευτυχίας όταν δημοσίευσε στην εφημερίδα του (τη «Γενική Εφημερίδα της Ελλάδος») το ποίημα που του έστειλε από το Μεσολόγγι ο Διονύσιος Σολωμός με τον τίτλο «Υμνος εις την Ελευθερίαν»! Αυτό ακριβώς το ποίημα που έγινε ο ΕΘΝΙΚΟΣ ΜΑΣ ΥΜΝΟΣ!
ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΙ της πέννας ήσαν όλοι αυτοί που πυροδότησαν την επανάσταση του ’21, από τον Αδαμάντιο Κοραή ώς τον Ρήγα Φεραίο, από τον Ανθιμο Γαζή ώς τους αδελφούς Μαρκίδες Πουλίου, από τον Πολυζωίδη ώς τον Μάγερ και από τον Κοκκινάκη και τον Αντωνιάδη ώς τον Λουριώτη και τον Σούτσο. Λίγο πριν από τον εθνικό ξεσηκωμό ο Κοραής έγραφε από το Παρίσι στον Νεόφυτο Βάμβα: «Συστήσατε το ταχύτερον επαναστατικάς εφημερίδας, ει δυνατόν και χειρογραμμένας»! Οπως και έγινε. Η Ελλάδα γέμισε τότε με επαναστατικές εφημερίδες γραμμένες με το χέρι. Οπως γεμίζει και σήμερα με χιλιάδες ατίθασα blogs και με εγερτήρια κείμενα στο διαδίκτυο και στους τοίχους...
ΠΟΛΛΟΙ πατριώτες δημοσιογράφοι έχασαν τότε τη ζωή τους αγωνιζόμενοι, όπως ο Μάγερ, που σκοτώθηκε στην «Εξοδο». Αλλοι πέθαναν πάμπτωχοι, όπως ο Φαρμακίδης, που μοίρασε τη μεγάλη κληρονομιά του στα φτωχόπαιδα. Αλλοι σάπισαν στις φυλακές μαχόμενοι κατά της λογοκρισίας και άλλοι έπαιξαν τη ζωή τους κορώνα - γράμματα, όπως ο Πολυζωίδης για να σώσει τον Κολοκοτρώνη από τη θανατική καταδίκη.
ΘΑΡΡΑΛΕΟΙ δημοσιογράφοι άνοιξαν τον δρόμο στις επαναστάσεις του 1843 για το Σύνταγμα, του 1862 για την έξωση του Οθωνα, και του 1909 και 1922 για την κάθαρση και τη δημοκρατία, όπως ο Λεβίδης, ο Φιλήμων, ο Σούτσος, ο Γαβριηλίδης... Αλλοι έπεσαν δολοφονημένοι, όπως ο Καβαφάκης, ο Βιδάλης, ο Καραγιώργης, ο Μπακογιάννης, ο Αθανασιάδης, ο Μομφεράτος. Και άλλοι τιμήθηκαν με «κηδείες δημοσία δαπάνη», όπως ο Σουρής, ο Νικολόπουλος, ο Κύρου... Δημοσιογράφοι ήσαν οι πατριώτες που πυροδότησαν κορυφαίους εθνικούς αγώνες, όπως ο Καλαποθάκης και ο Λαμπράκης με τον Μακεδονικό Αγώνα, ο Κύρου με το Κυπριακό, ο Καράντζας και ο Μπότσης με την αντίστασή τους επί κατοχής, η Βλάχου, ο Κύρκος και πλήθος άλλοι με τη θαρραλέα στάση τους επί επταετίας. Στην αντίσταση του 1941-44 εκδόθηκαν κάπου 600 παράνομες εφημερίδες -οι περισσότερες στην κατεχόμενη Ευρώπη- και οδηγήθηκαν στο απόσπασμα δεκάδες άνθρωποι του παράνομου Τύπου, ανάμεσά τους και ο γράφων, που γλύτωσε από θαύμα...
ΑΥΤΑ ΤΟΤΕ... Σήμερα όμως; Ποιοι λειτουργοί του Τύπου θα πυροδοτούσαν μια επαναστατική αλλαγή που τόσο ανυπόμονα ζητάει η πατρίδα; Μήπως αυτός ο αθεόφοβος «εκδότης» που έχει καταδικαστεί για απάτες και τα καταφέρνει να μη μένει ούτε μια μέρα στη φυλακή, παριστάνοντας τον ψυχοπαθή; Μήπως κάποιοι όμοιοί του που κολυμπάνε σε μαύρο χρήμα, κερδισμένο από βρώμικες υπηρεσίες; Μήπως αρκετοί θεσιθήρες βολεμένοι σε «γραφεία Τύπου» και σιτιζόμενοι με μυστικά κονδύλια; Μήπως κάποιοι φωνακλάδες και θεατρίνοι που λειτουργούν ως «αμορτισέρ» και που κανείς δεν ξέρει ποιοι κρύβονται από πίσω τους;
ΟΧΙ ΒΕΒΑΙΑ. Τη «δουλειά» θα την κάνουν οι άλλοι, οι πολλοί, οι ανώνυμοι, οι ρομαντικοί του «σιναφιού» μας, με επικεφαλής ένα - δύο κορυφαίους που κάποια στιγμή θα τα βροντήξουν και θα πουν «ώς εδώ και μη παρέκει»!.. Υπάρχουν τέτοιοι στο λειτούργημά μας; Υπάρχουν, και αρσενικοί και θηλυκοί. Να τους κατονομάσω; Δεν έχει νόημα. Ο κόσμος τούς ξέρει, τους βλέπει, τους ξετρυπώνει, τους διαβάζει, τους ακούει, τους εμπιστεύεται. Και σπάνια κάνει λάθος. Αργά ή γρήγορα θα βγουν στον αέρα. Εννοώ σε αυτό τον ζωογόνο αέρα που «μυρίζει μπαρούτι»!..
18.6.12
Ο Φόβος του Ξένου.
«Πώς τα είδατε τα αποτελέσματα;», ρωτάει ο υπάλληλος την μεσόκοπη κυρία που έχει παραγγείλει τον καπουτσίνο της.
«Πώς να τα δω; Τουλάχιστον ηρέμησαν οι ξένοι», απαντά και δίπλα της εγώ να την κοιτάζω λίγο έκπληκτος.
«Ναι…», απαντά με δισταγμό ο υπάλληλος που έχει γυρίσει αλλού το βλέμμα του.
«Ξέρεις, ότι ξένο στην Ελλάδα, τρομάζει όπως και ο Τσίπρας», συνέχισε και ολοκλήρωσε την πολιτική της ανάλυση η μεσόκοπη κυρία και εκεί έμεινα να την κοιτάζω εμβρόντητος!!
«Ότι Ξένο στην Ελλάδα, τρομάζει», «Ηρέμησαν οι Ξένοι». Το Ξένο και ο Φόβος!
Αυτό λειτούργησε χθες, το ξένο, το άγνωστο, ο φόβος, οι ξένοι που ήταν ανήσυχοι και έπρεπε να τους ηρεμήσουμε.
Ένας λαός φοβικός, εναντιωμένος στην αλλαγή, περιχαρακωμένος στα δελτία των ΜΜΕ και του μικρόκοσμου που ζει, υπόδουλος και σκλαβωμένος, που λατρεύει το ξενόφερτο αρκεί να μην του πειράξει τα δεδομένα του.
Ένας λαός φοβισμένος και τρομαγμένος μήπως ξυπνήσει το μεγάλο θηρίο, μήπως ξυπνήσει το μεγάλο φόβο του, μήπως ξυπνήσει την ψυχή του που έχει χάσει στους αιώνες, μήπως ξυπνήσει έντρομος μπροστά στις ευθύνες του.
Ένας λαός κεκτημένων διλλημάτων, άνευρης ταυτότητας και χαμένης ελληνικότητας που ολοκληρώνεται μέχρι την Εθνική Ελλάδος, τον Ολυμπιακό, τον Παναθηναϊκό και τη Μύκονο.
Ένας λαός που δεν μπορεί ακόμα να σηκώσει το ανάστημά του, δεν μπορεί να πει το μεγάλο ΌΧΙ, δεν μπορεί, δεν έμαθε, δεν θυμάται, δεν θέλει. Γιατί αν το κάνει, τί θα πουν οι Ξένοι? Ίσως για αυτό ο κ .Σαμαράς έκανε δηλώσεις και στα αγγλικά χθες από το Ζάππειο… Να μην ηρεμήσουν οι ξένοι?
Ένας λαός που οι μεγαλύτερες ηλικίες και η αποχή τον κράτησαν, υπό το φόβο, του «Ξένου», στο Μνημόνιο και τη Φτώχεια. Άραγε, οι άνω των 50 ετών ψηφοφόροι (υποθέτω ότι είναι γονείς, πιο ώριμοι, πιο σοφοί τέλος πάντων), δεν αποχαιρετούν τα παιδιά τους όταν αυτά αναζητούν την τύχη τους εκτός Ελλάδος; Δεν πληρώνουν χαράτσια, κεφαλικούς φόρους, εκκαθαριστικά φωτιά, ΕΤΑΚ, ΦΠΑ και πάει λέγοντας; Τα πληρώνουν, είναι η απάντηση, αλλά φοβούνται. Φοβούνται το μέλλον και ψηφίζουν τα κάγκελα της φυλακής των ίδιων και των παιδιών τους να έχουν μεγαλύτερο φράχτη.
Γράφω αυτές τις σκέψεις, γιατί αυτό που με εξοργίζει να ακούω είναι τις λέξεις «Ξένο» και «Φόβος». Θέλω να ακούω λέξεις, όπως επιλογή, ιδεολογία, συνείδηση, θάρρος. Αυτές είναι λέξεις καθαρής τοποθέτησης. Ο φόβος και το ξένο, σε θανατώνουν αργά και βασανιστικά, κάνοντας τη ζωή σου μια απέραντη και μοναχική φυλακή. Η καθαρότητα της επιλογής και η ελευθερία του ταξιδιού, σε κάνουν ταξιδευτή στα γαλανά νερά της ψυχής σου.
Θα ήθελα, σήμερα το πρωί, να άκουγα την κυρία στο καφέ, να λέει ότι χάρηκε που βγήκε η ΝΔ ή ότι το ΠΑΣΟΚ κρατάει τις δυνάμεις του ή ότι οι Ανεξάρτητοι Έλληνες το παλεύουν ή ότι άλλο ήθελε για όποιο πολιτικό κόμμα ήθελε και γουστάριζε. Όχι όμως ότι ψήφισε υπό το Κράτος το Φόβου, του Ξένου, της εξημέρωσης του Θηρίου. Αυτό τα συναίσθημα δεν ταιριάζει στον Άνθρωπο. Αυτό το συναίσθημα ακυρώνει την μεγάλη επιλογή που μας δίνει το Σύνταγμα, να ψηφίζουμε την Κυβέρνηση που θέλουμε.
Αλλοίμονο, αν ο Φόβος κυριαρχήσει στη ζωή μας. Αλλοίμονο αν βλέποντας το απέραντο γαλάζιο της πατρίδας μας φοβόμαστε και λιποτακτούμε από την επιλογή μας, όποια και αν είναι αυτή. Αλλοίμονο.
21.5.12
Ο ταλαντούχος κ. Τσίπρας και ο ατάλαντος κ. Σαμαράς.
Λένε πως στην πολιτική η αποστασιοποίηση από τα γεγονότα οδηγεί σε πολλά συμπεράσματα.
Τί συνέβη λοιπόν στις 6 Μάιου και θα ξαναπάμε να ψηφίσουμε με…αντηλιακό (αν το επιτρέψει ο καιρός, γιατί στον όχι και τόσο ευλογημένο τόπο μήνα Μάι βρέχει….).
Συνέβη το εξής απλό: ο ταλαντούχος κ. Τσίπρας πήρε την ταυτότητα του ατάλαντου κ. Σαμαρά και τώρα την ανεμίζει περιχαρής κλείνοντας το μάτι στην εξουσία. Η ταυτότητα αυτή, γράφει επάνω ένα όνομα: Λαϊκό Κόμμα!
Ο ηγέτης της μαρξιστικής Αριστεράς, κ. Τσίπρας κατάφερε να εμφανισθεί ως ο υπερασπιστής της πατρίδας, της ανεξαρτησίας, της εθνικής υπερηφάνειας, του αντιμνημονιακού αγώνα, της εθνικής αυτονομίας. Αυτά δηλαδή που έπρεπε να κάνει σημαία ο κ. Σαμαράς, ως ο «εκπρόσωπος» και συνεχιστής της καθαρόαιμης Δεξιάς στην Ελλάδα, τα έκανε ο κ. Τσίπρας!!!
Έτσι ο κ. Σαμαράς αντί να καταλάβει γρήγορα ότι πρέπει να καταργήσει τον όρο Δεξιά ή Κεντροδεξιά, χτίζοντας το νέο Λαϊκό Κόμμα που έχει πατριωτικές-παραδοσιακές-ελληνικές προτάσεις και θέσεις, προτίμησε να σνομπάρει τον κ. Τσίπρα και να προσπαθεί να ανακαλύψει λέξεις και νοήματα που να τραβήξουν μεν τον αντιμνημονιακό ψηφοφόρο αλλά και να μην κακοκαρδίσουν την Τρόικα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να πελαγοδρομεί με φθηνά επικοινωνιακά τεχνάσματα.
Έτσι, ο κ. Τσίπρας βλέποντας το κενό που υπάρχει στο χώρο του πολιτικού Κέντρου και δεξιότερα, εκμεταλλεύτηκε άριστα τις επικοινωνιακές και πολιτικές αδυναμίες και έπαιξε μπάλα χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο. Κατάφερε να βάλει στη ρητορεία του λέξεις, εκφράσεις και έννοιες που προσομοίαζαν στη Λαϊκή Δεξιά σφίγγοντας τη θηλιά στο λαιμό της ΝΔ. Έπραξε άριστα, αν σκεφτούμε ότι πέτυχε τη διείσδυση σε όλα τα κοινωνικά, οικονομικά και ηλικιακά στρώματα των ψηφοφόρων.
Η επικοινωνιακή του τακτική, στις προηγούμενες εκλογές στόχευσε και τα δυο πρώην μεγάλα κόμματα. Τώρα ορθά πράττοντας έχει στοχεύσει στη ΝΔ και γι αυτό θα διασύρει τον κ. Σαμαρά. Γράφω ότι θα τον διασύρει αφού κατάφερε να τον πάει σε ντιμπέιτ, ενώ στις προηγούμενες εκλογές ο κ. Σαμαράς είχε αρνηθεί να εμφανισθεί ακόμα και στην διαδικτυακή εκπομπή του κ. Χατζηνικολάου. Θεωρώ ότι αν γίνει αυτό το ντιμπέιτ εκτός από την ταυτότητα θα του πάρει και κάτι άλλο.
Τώρα όμως ο δυστυχής Αντώνης, τί κάνει; Προσπαθεί να ξαναχτίσει την «Κεντροδεξιά» πολυκατοικία με ένα πολιτικό μείγμα που θα του εκραγεί στα χέρια στο άμεσο μέλλον και θα έχει ως αποτέλεσμα να ξαναγυρίσει στα χρόνια της Πολιτικής Άνοιξης. Και όταν εκραγεί το μείγμα που πάει να δημιουργήσει δεν θα ξέρει από πού του ήρθε, γιατί απλά δεν γνωρίζει ούτε ο ίδιος τί είναι η παράταξη που ηγείται. Η ΝΔ ξέρουμε τί δεν είναι, αλλά όχι τί είναι. Στο τελευταίο συνέδριο της ΝΔ καθορίστηκε ότι η ΝΔ είναι ένα κόμμα του ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού. Δηλαδή; Τί σημαίνει αυτό; Καταλαβαίνετε εσείς τί είναι; Καταλαβαίνουν τα στελέχη της τί σημαίνει ο όρος; Δηλαδή, οι κ.κ. Βορίδης, Γεωργιάδης, Πλεύρης, Μπακογιάννη πιστεύουν στον ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό, ανήκοντας στη ΝΔ;
Από την άλλη, ο ταλαντούχος κ. Τσίπρας είναι αναμενόμενο ότι θα κυριαρχήσει πολιτικά και ήδη χτίζει το πρωθυπουργικό του προφίλ: ταξίδια στην Ευρώπη, συνεντεύξεις στα μεγάλα διεθνή μέσα ενημέρωσης (κορυφαίο το «μαντάμ Μέρκελ» !!), τοποθετήσεις που η αμερικάνικη χρηματαγορά θέλει να ακούει και απόλυτο έλεγχο όλων των συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ. Φανταστείτε, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι κόμμα αλλά συνιστώσες συνασπισμών!
Από την άλλη, ο ταλαντούχος κ. Τσίπρας είναι αναμενόμενο ότι θα κυριαρχήσει πολιτικά και ήδη χτίζει το πρωθυπουργικό του προφίλ: ταξίδια στην Ευρώπη, συνεντεύξεις στα μεγάλα διεθνή μέσα ενημέρωσης (κορυφαίο το «μαντάμ Μέρκελ» !!), τοποθετήσεις που η αμερικάνικη χρηματαγορά θέλει να ακούει και απόλυτο έλεγχο όλων των συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ. Φανταστείτε, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι κόμμα αλλά συνιστώσες συνασπισμών!
Κάπως έτσι ο ταλαντούχος εκφραστής της γενιάς μας, αναδεικνύει μεγάλες πολιτικές δυνατότητες, βάζοντας στο περιθώριο το ΠΑΣΟΚ (λες να είναι η επόμενη επιχείρηση που θα βάλει λουκέτο;) αναδεικνύοντας τις τεράστιες πολιτικές αδυναμίες του ατάλαντου αρχηγού του πρώην μεγάλου κόμματος που ονομαζόταν ΝΔ.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)